Ο Αθλητής, ο Ποιητής, ο Πολεμιστής, ο Ήρωας, ο Μάρτυρας
Το Απόλυτο Αρχέτυπο της Ελληνικής Αρετής
«Θα πάω στον Θεό και θα τον παρακαλέσω να είμαι ο τελευταίος που θα κρεμαστώ»
«Κάτι θα ήξερε περί του μέλλοντος μου ο μακαρίτης ο νονός μου, για να μου δώσει το όνομα του βασιλιά της Σαλαμίνας. Έτσι κι εγώ έπρεπε να φανώ αντάξιος διάδοχος. Από μικράς ηλικίας είχα μανία με τον πόλεμο. Στήθος με στήθος βέβαια ! Και ο βασιλιάς της Σαλαμίνας πολεμούσε στήθος με στήθος. Ήμασταν πέντε με έξι παιδιά στη γειτονιά. Πέρναμε από μία βέργα, την οποία την ονομάζαμε ξίφος και σαν ιππότες ξιφομαχούσαμε. Περιττόν βεβαίως να αναφέρω πως είμαι πάντα ο νικητής. Κάθε μέρα ήταν για μένα μία νίκη περίλαμπρη»
Κάποια μέρα είχε καλέσει ένα τουρκάκι για να παλέψουν. Ήταν συνομήλικός του και, όπως πληροφορήθηκε, ήταν και το πρωτοπαλίκαρο των Τούρκων. Πάλεψαν μα νικήθηκε ο Βαγορής.
- Με νίκησες του είπε. Παραδέχομαι. Άν θες, ξαναέλα αύριο να ξαναπαλέψουμε.
Την άλλη μέρα νίκησε ο Βαγορής. Στην τάξη και σε όλο το σχολείο έγινε πανδαιμόνιο! Οι συμμαθητές του τον ανακήρυξαν αρχηγό. Από τότε το κύρος του μεγάλωνε ανάμεσά τους ολοένα και για άλλους λόγους.
-
Η Αγγλία να ξεκουμπιστεί πού δα, μέσα δά. Ννα πιάει τα βρεμμένα της τζιαι να φύει άθ΄θέλει να κάμνει γιορτές τζιαι παναήρκα.
Ήταν Ιούνιος του 1953, και στην αγγλοκρατούμενη Κύπρο γίνονταν προετοιμασίες για τον εορτασμό της στέψης της βασίλισσας Ελισάβετ της Αγγλίας. Με εντολή του Άγγλου Κυβερνήτη, η Πάφος όπως και οι άλλες πόλεις σήμερα στολίζονται πανηγυρικά. Στα προπύλαια του γυμναστηρίου της Πάφου, μία μεγάλη αγγλική σημαία υψώνεται προκλητικά από τον στρατό και μολύνει τον γαλανόλευκο ουρανό της αιώνιας Ελληνικής πόλης. Ο παλληκαρίδης, έφηβος και οξύθυμος, όπως ήταν, πήρε αμέσως την πρόκληση. Οργανώνει μαθητική διαδήλωση ! Αστυνομικοί και στρατός κινητοποιούνται για να τους διαλύσουν. Πέτρες μονάχα πέτρες στα χέρια των παιδιών, ρόπαλα, ασπίδες, κράνη και πυροβόλα όπλα στα χέρια του Βρετανικού κατοχικού Στρατού. Ο Ευαγόρας απτόητος κάποια στιγμή που η άνιση πάλη βρισκόταν στο Ζενίθ, σκαρφαλώνει στα προπύλαια, αρπάζει την αγγλική σημαία, το μισητό σύμβολο της στυγνής αποικιοκρατίας, την ξεσκίζει και την πετά στο μαθητόκοσμο και στα πλήθη που ξεσπούν σε ουρανομήκεις ιαχές και ζητωκραυγές! Η μάχη με τον Στρατό βάσταξε πάνω από δύο ώρες ! Τα πλήθη διαλύθηκαν μόνο με χρήση δακρυγόνων. Οι Άγγλοι άδειασαν το γυμναστήριο ντροπιασμένοι.
Εκείνο το βράδυ, το 15χρονο αγόρι γύρισε αργά στο σπίτι. Ήτανε 10:30 και ο πατέρας του πήγε να του δώσει κάποιες συμβουλές. Τότε για πρώτη φορά ο Ευαγόρας όρθωσε το ανάστημά του απέναντι στον πατέρα του και του απάντησε με ακράτητο θυμό:
- Η Αγγλία να ξεκουμπιστεί πού δα, μέσα δά. Ννα πιάει τα βρεμμένα της τζιαι να φύει άθ΄θέλει να κάμνει γιορτές τζιαι παναήρκα.
Δηλαδή, η Αγγλία να ξεκουμπιστεί από ‘δω μέσα. Να πάρει τα βρεγμένα της και να φύγει, αν θέλει να κάνει γιορτές και πανηγύρια.
Για σένα Κύπρο αθάνατη, πατρίδα τιμημένη,
θα δώσω από το αίμα μου κάθε σταλαγματιά
Για να σε δω ελεύθερη και χιλιοδοξασμένη,
δεν θα διστάσω, Κύπρο μου, να πέσω στη φωτιά
Ο Αύγουστος του 1955 θα φέρει στον Ευαγόρα ένα πολύτιμο δώρο. Ήταν το αλησμόνητο προσκύνημα στη μητέρα Ελλάδα. Εκεί, στο Ιερό Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου, ο ευαγόρας θα γονατίσει και θα ορκιστεί ότι θα θυσιάσει και τη ζωή του ακόμη για την Ελευθερία της Κύπρου.
Όπως διηγείται ο πατέρας του Ευαγόρα, στις 15 και στις 16 Νοεμβρίου, ο γιος μου διανυκτερεύει έξω από το σπίτι μας. Πού να είναι άραγε;Ττην επόμενη μέρα το πρωί, 17 Νοεμβρίου του 1955, η βρετανική σημαία του νοσοκομείου της Πάφου βρέθηκε κομματιασμένη. Οι μαθητές της πόλης κατεβαίνουν σε γενική απεργία ! Αυτά τα παιδιά είχαν πρόωρα ωριμάσει ! Δίνεται σκληρή και άνιση η πάλη με το στρατό. Τα παιδιά ορμούν σαν σίφουνας με τις πέτρες ! Ο Ευαγόρας επικεφαλής ! κάποια στιγμή βλέπει δύο «ηρωικούς» στρατιώτας (Το «ηρωικούς» βάλτε το εντός πολλών εισαγωγικών) να ξυλοκοπούν ένα μαθητή, τον Λουκά Πετρίδη. Ο έφηβος Ευαγόρας ρίχνεται καταπάνω τους με θαυμαστή ευλυγισία και ακράτητο θυμό ! Χτυπά με μία πέτρα τον ένα στρατιώτη και δίνει στον άλλον μία γερή γροθιά. Και οι Δύο στρατιώτες σωριάστηκαν κάτω μέχρι που να συνέλθουν. Μέχρι που να συνέλθουν οι δύο στρατιώτες, ο Ευαγόρας βρισκόταν πολύ μακριά. Αργά την ίδια μέρα τον συλλαμβάνουν. Τον προσάγουν την επόμενη μέρα στο δικαστήριο «επί οχλαγωγία» και ορίζεται η δίκη για τις 6 Δεκεμβρίου.
Εκείνο το υγρό πρωινό του Δεκέμβρη του 1955, ο Ευαγόρας δεν μπήκε στην τάξη. Κάθισε έξω, κάτω από το παράθυρο και συλλογιζόταν. Έπρεπε να κάνει το μεγάλο χρέος για την πατρίδα. Την ίδια κιόλας ημέρα ο Ευαγόρας ζήτησε την ευχή και τη συμβουλή του πατέρα του. Ο γέρο-Μιλτιάδης δάκρυσε και του είπε:
-
Παιδί μου εκεί που θα πας πρόσεξε. Προπάντων να ‘σαι τίμιος και ηθικός σε κάθε σχέση σου και σε κάθε περίσταση ! Πήγαινε στην ευχή μου !
Ο νέος έσκυψε και φίλησε το χέρι του πατέρα.
Τώρα φεύγει τρέχοντας. Περνά γρήγορα από το γυμνάσιο και πάνω στην έδρα της άδειας τάξης, αφήνει το τελευταίο του μήνυμα για τους συμμαθητές του:
«Παλιοί συμμαθητές ! Αυτή την ώρα, κάποιος λείπει από ανάμεσά σας. Κάποιος που φεύγει, αναζητώντας λίγον ελεύθερον αέρα. Κάποιος που μπορεί να μην τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του. Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό μονάχα.
θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη λευτεριά
κόρη πανώρια θα της πω
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου
μονάχα αυτό ζητώ
(συνεχίζεται)
.