Ο Ιανουάριος μήνας – που είναι ο πρώτος της πολιτικής χρονιάς αλλά ο πέμπτος του εκκλησιαστικού έτους [1] -, κοσμείται από σειρά εορτών μεγάλων Αγίων. Μεταξύ αυτών, οι Τρεις Ιεράρχες έχουν την τιμητική τους, εφόσον εορτάζονται και χώρια και μαζί, πληθωρικώ τω τρόπω, όπως πληθωρική είναι και η γραπτή και η βιωματική παρακαταθήκη που μας έχουν αφήσει.
Τοποθετήσεις των Αγίων Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου Χρυσοστόμου, για το θέμα του παρόντος άρθρου είχαμε παρουσιάσει σε δυο προηγούμενες, πρόσφατες δημοσιεύσεις.
Σήμερα θα μας απασχολήσουν οι σχετικές, με την μορφή και την ποιότητα του αντιαιρετικού/αντιοικουμενιστικού αγώνα, διδαχές του Μεγάλου Βασιλείου, (συλλογή και σημειώσεις – π. Νεκτάριος εκ Κορίνθου), διότι:
“Πρέπει οἱ ἀκροαταί να εἶναι ἐκπαιδευμένοι στις Γραφές και να κρίνουν ἂν τα λεγόμενα τῶν διδασκάλων εἶναι σύμφωνα με τις Γραφές. Κι’ ὃσα εἶναι ξένα να τα ἀποβάλλουν και ἐκείνους που ἐπιμένουν σ’ αὐτά να τους ἀποστρέφονται δυνατά”.
Έπειτα:
«Το να ἐφησυχάζει κανείς ὃταν το κινδυνευόμενο εἶναι ἡ Πίστη, τοῦτο εἶναι ἲδιο με την ἂρνηση, το δε να ἐλέγχει εἶναι ὁμολογία εἰλικρινής». (Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας)
“Πρέπει να δείχνωμε για την Ἀλήθεια θάρρος, ἀκόμη κι’ ἂν σκανδαλίζονται μερικοί”.
Επειδή:
«Οἱ σχισματικοί και οἱ αἱρετικοί δεν ἒχουν οὒτε βάπτισμα, οὒτε ἱερωσύνη, οὒτε Μυστήρια, οὒτε Θεία Χάρη». (Α΄ Ἱερός Κανών Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου)
… εἶπε ο Άγιος: «ὁ ἄγγελος τῆς Ἐκκλησίας ἔφορος συναπῆλθεν ὑμῖν» [σ.σ. Δηλαδή, ὁ ἂγγελος φύλακας τῆς Ἐκκλησίας, ἒφυγε (ἀπό τον ναό αὐτόν ὃπου μνημονεύεται ὁ αἱρετικός ἐπίσκοπος), και ἦλθε μαζί μας, (με τους ἀποτειχισμένους). Και ἀφοῦ ἒφυγε ἀπό τον ναό ὁ φύλακας Ἂγγελος, ποιός μπῆκε μέσα; Δεν εἶναι δύσκολο κανείς να το καταλάβει. Ὁ διάβολος μπῆκε, γι’αὐτό και οἱ Ἃγιοι διατάσσουν σ’ αὐτούς τους ναούς που μνημονεύεται αἱρετικός ἐπίσκοπος, οὒτε τον σταυρό μας να κάνουμε περνῶντας ἀπ’ ἒξω. (βλέπε παρακάτω Ὃσιος Νεκτάριος τῆς Ὂπτινα)].
«Σε μᾶς (τους ὀρθοδόξους), ἀκόμα και ἡ (ἀσθενική) ἀντίσταση αὐτῶν που νομίζουν ὃτι ὀρθοδοξοῦν, ἐναντίον τοῦ φανεροῦ πολέμου τῶν αἱρετικῶν, κατήντησε τις (Ὀρθόδοξες) Ἐκκλησίες σε ἒσχατη ἀσθένεια….. Σήμερα πορθεῖται σύνολη ή διδασκαλία των πατέρων καί τά ναυάγια περί τήν πίστη εἶναι πυκνά, και σιγοῦν τα στόματα τῶν εὐσεβούντων».(Μεγάλου Βασιλείου ‘Επιστ. 92).[Θα νόμιζε κανείς ὃτι ὁ Ἃγιος μιλάει γιά την σημερινή ἐλεηνή κατάσταση στην “κρατοῦσα παναιρετική οἰκουμενιστική τάχα ὀρθόδοξη ἐκκλησία”].
“Ὃσοι προσποιοῦνται ὃτι ὁμολογοῦν την ὑγιᾶ Ὀρθόδοξο Πίστη, ἀλλά ἒχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους ἑτεροδόξους, ἂν ὓστερα ἀπό νουθεσία δεν ἀπομακρυνθοῦν, ἀπ’ αὐτούς τότε, ὂχι μόνο να μην ἒχετε ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἀλλά οὒτε ἀδελφούς να τους ὀνομάζετε”. (P.G. 160, σ. 101)
«Οὔτε γιὰ λίγη ὥρα δὲν δεχόμαστε σχέση μὲ αὐτοὺς ποὺ κουτσαίνουν στὴν πίστη»…..«ἀκόμα κι ἂν αὐτοί μᾶς φαίνονται πολὺ γνήσιοι καὶ ἐπίσημοι, ἐμεῖς πρέπει νὰ τοὺς σιχαινόμαστε, ὅσοι ἀγαπᾶμε τὸν Κύριο». (Μ. Βασιλείου, Κεφάλαια τῶν Ὅρων κατ’ Ἐπιτομήν, ἐρώτ. Ριδ’).
«…γιατὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν διασπᾶται μόνο ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς, ποὺ πιστεύουν καὶ διαδίδουν τὰ παρόμοια». (Μεγ.Βασιλείου ἐπιστολὴ πρὸς Μέγα Ἀθανάσιο, P.G. 32, 425). [Εἶναι πράγματι ἐντυπωσιακή ἡ αὐστηρότητα, πού ἐπιβάλλουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀπέναντι, ὄχι μόνο στούς αἱρετικούς, ἄλλα καί στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας πού υἱοθετοῦν κακοδοξίες].
«Σήμερα ἀνατρέπονται τα δόγματα τῆς εὐσεβείας, και συγχέονται οἱ θεσμοί τῆς Ἐκκλησίας. Ἀναπηδοῦν δε με την προστασία τῶν ἀρχόντων, φίλοι τους, που δεν φοβοῦνται τὸν Κύριο καὶ δίνεται ὁλοφάνερα λοιπὸν σαν βραβεῖο ἀσέβειας ἡ προεδρία (ἠ ἀρχιερωσύνη), ὥστε ὁ μεγαλύτερος βλάσφημος, εἶναι προτιμότερος για την ἐπισκοπή τοῦ λαοῦ. Χάνεται ἡ ἱερατική σεμνότητα, σπανίζουν οἱ ποιμαίνοντες με ἱερό ἐνδιαφέρον (οἱ καλοί ποιμένες) τό ποίμνιο τοῦ Κυρίου, και ἀρπάζουν τις οἰκονομίες τῶν πτωχῶν για δικές τους ἀπολαύσεις καί τις διανομές δώρων καταναλώνουν πάντοτε οἱ φίλαρχοι. Ἀμαυρώνεται ἡ ἀκρίβεια τῶν κανόνων, και ἡ ἐξουσία τῆς ἁμαρτίας πολλαπλασιάζεται. Διότι αὐτοί που ἒκαναν προσπάθεια με ἀνθρώπινη βοήθεια, να πάρουν την ἐξουσία (ἀφοῦ πάρουν την ἐξουσία, την ἀρχιερωσύνη), τον κόπο τῆς προσπάθειάς τους (ὣστε να ὑποστηριχθοῦν ἀπό αὐτούς που εἶχαν την δύναμη να τους βοηθήσουν στο να πάρουν την ἐξουσία), ἀνταποδίδουν σ’ αὐτούς που τους ἒδωσαν αὐτή την βοήθεια, με το να ἐνδίδουν σε ὃλα, σε ὃσους ἁμαρτάνουν πρός ἡδονή. Χάθηκε ἡ δίκαιη κρίση, και καθένας βαδίζει με το θέλημα τῆς καρδιᾶς του. Ἡ πονηρία ἄμετρη, οἱ λαοὶ ἀνουθέτητοι, οἱ προεστῶτες δεν ἒχουν παρρησία (στον Θεό). Διότι εἶναι δοῦλοι τῶν ἀνθρώπων που τους βοήθησαν να ἀποκτήσουν την ἐξουσία που κατέχουν.… Γι’ αὐτά ὃλα γελοῦν οἱ ἄπιστοι, και σαλεύονται οἱ ὀλιγόπιστοι· ἀμφίβολη γίνεται ἡ πίστη, ἡ ἄγνοια ἒχει ἐπισκιάσει τις ψυχές, ἐπειδή κάποιοι μιμούμενοι την ἀλήθεια, διαστρέφουν τον (ὀρθόδοξο) λόγο με δόλο και κακουργία. Διότι τα στόματα μεν αὐτῶν που ζοῦν εὐσεβή ζωή σιγοῦν, γίνεται δε ἀνεκτή κάθε βλάσφημη γλῶσσα· Βεβηλώθηκαν τὰ ἅγια, ὃσοι λαϊκοί εἶναι (πνευματικά) ὑγιεῖς, φεύγουν μακριά ἀπό τους ναούς ἐπειδή ἒχουν καταντήσει (οἱ ναοί αὐτοί οἱ αἱρετικοί) διδασκαλεῖα τῆς ἀσεβείας, και στις ἐρημιές (που ἒχουν καταφύγει), με στεναγμούς και δάκρυα σηκώνουν τα χέρια τους (σε προσευχή) πρὸς τὸν Δεσπότη που κατοικεῖ στους Οὐρανούς.…»(Μ. Βασιλείου, ἐπιστ. 92, Πρός Ἰταλούς καί Γάλλους Ἐπισκόπους, ΕΠΕ 3, 86· ΒΕΠΕΣ 55, 122).[σ.σ. Εὒλογα θα ἒλεγε κάποιος που δεν γνωρίζει ποιός εἶναι ὁ συγγραφέας αὐτοῦ τοῦ κειμένου και ποιά ἐποχή γράφτηκε, ὃτι το κείμενο αὐτό γράφτηκε στην ἐποχή μας].
Πόσο δίκαιο (διαχρονικά) εἶχε ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν ἔγραφε: «Ἓνα ἔγκλημα ὑπάρχει σήμερα που προκαλεῖ σφοδρή ἐκδίκηση, ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν πατρικῶν Παραδόσεων». (Μ.Βασίλειος ΕΠΕ 2,σελ.34) [σ.σ. Και σήμερα το ἲδιο συμβαίνει, σε μικρότερο βαθμό τιμωρίας βέβαια, γιατί δεν ἒχουμε ἀκόμα φανερά βασανιστήρια κατά τῶν ὀρθοδόξων ὃπως εἶχαν τότε. Ἒχουμε ὃμως διωγμούς και ἐξορίες, και φυλακίσεις και κρυφές δολοφονίες, σε ὃσους πιστούς ἀντιδροῦν στην «νέα τάξη πραγμάτων». Ἒχουμε τους χλευασμούς και τον ἀνελέητο πόλεμο, που προκαλοῦν οἱ οἰκουμενιστές νεοταξίτες, ἀλλά και οἱ διασκοτισμένοι ἀπό την τηλεόραση κυρίως, ἀδιάφοροι περί την πίστη νεορθόδοξοι “χριστιανούληδες” τῶν χριστιανικῶν ἑορτῶν (και ὂχι μόνο, ἀλλά και τῶν ἑορτῶν τῆς σαρδέλλας, τῆς μπριζόλας και ὃλων σχεδόν τῶν παραγομένων ἐμπορευσίμων εἰδῶν), και τῶν ἑορτῶν τῆς εἰδωλολατρείας τῶν καρναβαλιῶν, ἀλλά και οἱ ἲδιοι οἱ μνημονεύοντες τους παναιρετικούς οἰκουμενιστές “χριστιανοί κληρικοί”, ἐναντίον ὃποιου προσπαθεῖ να μείνει πιστός στις Ὀρθόδοξες Πατερικές Παραδόσεις].
[Γιά την ἒνοχη σιωπή τῶν ποιμένων ἐν καιρῶ αἱρέσεως, ὁ Μέγας Βασίλειος μᾶς προειδοποιεί ὃτι]: «το αἶμα αὐτοῦ πού ἁμάρτησε, ἀπό τα χέρια τοῦ σκοποῦ (ἐπισκόπου, ποιμένος, ἰερέως), θα ζητηθεῖ». (Ἐλλην.Πατρολογία MPG,Τόμος 31, Μέγας Βασίλειος, Ἀπόκρισις εἰς την Ἐρώτησιν ΣΞΑ΄, σελ.1257) (*)
[Γιά την ἒνοχη σιωπή ἐν καιρῶ αἱρέσεως, ὁ Μ.Βασίλειος μᾶς προειδοποιεί ὃτι και]: «αὐτός που μόνο θα σιωπήσει, θα βρεθεῖ ἒνοχος τοῦ αἷματος τῶν ἁμαρτανόντων».(*)
[Ὁ Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, ὀμιλεῖ γιά τήν ἀποτείχιση]: «Εἶναι φανερὴ ἔκπτωση ἀπὸ τὴν Πίστη καὶ κατηγορία ὑπερηφάνιας ἢ τὸ νὰ ἀθετῆται κάτι ἀπὸ τὰ γραμμένα ἢ τὸ νὰ εἰσάγονται καινούργια μὴ γραμμένα, ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶπε, «τα δικά μου πρόβατα την φωνή μου ἀκοῦνε». Καὶ νωρίτερα εἶπε, «ξένους δεν θα ἀκολουθήσουν, ἀλλὰ θα φύγουν ἀπ’ αὐτούς, γιατί δεν γνωρίζουν τὴν φωνὴ τῶν ξένων». (Ἰωάν.Ι’5)
Να ἀπέχετε ἀπό την ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους αἱρετικούς, ἀφοῦ γνωρίζετε ὃτι ἡ ἀδιαφορία σε αὐτά τα ζητήματα μᾶς στερεῖ την παρρησία ἑνώπιον τοῦ Χριστοῦ. (Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας. β΄ ἒκδοση – Ἱ.Μ. Ἁγίας Ἀναστασίας Ρωμαίας, Ρέθυμνο 2008. Σελ. 48)
«Οἱ αἱρετικοί εἶναι χειρότεροι καὶ ἀπὸ τὸν Ἰούδα»(Ἐπιστολὴ σμ΄, P.G.32, 897 a.).
«Τον αἱρετικὸ ἄνθρωπο να τον ἀποστρέφεσθαι». (Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας P.G. 31, 649), [πολύ περισσότερο βέβαια τον κακόδοξο κληρικό.]
«Ἀκούσατε ἐσεῖς πού ἀφήνετε τήν Ἐκκλησία, καί συναναστρέφεσθε σε κοινούς οἴκους [ἒτσι χαρακτηρίζει ὁ Ἃγιος τίς ἐκκλησίες τῶν αἱρετικῶν ἀρειανῶν τὀτε, οἰκουμενιστῶν και ἂλλων αἱρετικῶν σήμερα καί τῶν σχισματικῶν], ἐσεῖς τά ἄθλια ἀποκομμένα τμήματα τοῦ τιμίου σώματος (τῆς Ἐκκλησίας), ὅτι πρέπει οἱ εὐχές να ἀποδίδονται μέσα στην Ἱερουσαλήμ, δηλαδή στην (ἀληθινή) Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Διότι οὒτε κατά την παλαιά λατρεία δεν ἐπιτρεπόταν στον καθένα να πἠξει δικό του θυσιαστήριο, (να τελέσει θυσία, ἒξω ἀπό την ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ) ἀλλά ἓνα ἦταν ἀποδεκτό σ’ αὐτούς που ἢθελαν να προσφέρουν θυσία».(Μ. Βασιλείου εἰς Ψαλμ. 115, Ὁμιλ. Ε’. P.G. 30, 113). [Σήμερα οἱ οἰκουμενιστές ψευδεπίσκοποι και ὃσοι τους μνημονεύουν, κατέχουν ὃλους τους πρό τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, ὀρθοδόξους ναούς, στους ὁποίους και Λειτουργοῦσαν κανονικά (ὃσοι δεν μνημόνευαν ἐπισκόπους φανερά οἰκουμενιστές). Στην οὐσία ὃμως, κατέχουν τα ντουβάρια, (ὃπως λέγει ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος), γιατί ὁ ἒνοικος (ὁ Θεός) ἒχει φύγει ἀπό αὐτούς τους ναούς, λόγῳ τῆς μνημονεύσεως τῶν παναιρετικῶν οἰκουμενιστῶν “ἐπισκόπων”, και βρίσκεται (ὁ Θεός), σ’ αὐτούς που διατηροῦν με ἀκρίβεια την ἀλήθεια τῆς πίστεως, και ἒχουν διακόψει την ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους οἰκουμενιστές “ἐπισκόπους” τῆς ψευδοσυνόδου και με ὃσους τους μνημονεύουν), ὃπως λέγει ὁ Κύριος στον διάλογό του με την Σαμαρείτιδα: «Ἀλλ’ ἒρχεται ὣρα, και ἢδη ἦλθε, ὁπότε οἱ ἀληθινοί λάτρεις, θα λατρεύουν τον Πατέρα “ἐν πνεύματι και ἀληθείᾳ”» (Ἰω Δ’ 23)
Και ἀλλοῦ λέγει: «Ἐγώ εἶμαι ἡ ὁδός και ἡ ἀλήθεια και ἡ ζωή». (Ἰω ΙΔ’ 6)
Ὃσοι λοιπόν δεν βρίσκονται στην ἀλήθεια τῆς πίστεως (ὃπως οἱ παναιρετικοί οἰκουμενιστές και ὃσοι τους ἀκολουθοῦν και ἂλλοι “ἀποτειχισμένοι” κακόδοξοι και οἱ σχισματοαιρετικοί παλαιοημερολογῖτες), δεν βρίσκονται στην ἀληθινή Ἐκκλησία που ἒχει κεφαλή της Τον Χριστό. Αὐτοί λοιπόν ἒχουν πήξει δικό τους θυσιαστήριο, ἀφοῦ ἒξω ἀπό την Καθολική (δηλ. αὐτήν που κατέχει την πλήρη ἀλήθεια) Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δεν ὑπάρχει κανονικό ἒγκυρο θυσιαστήριο, ἀλλά ψεύτικο, και οἱ πήξαντες αὐτό, ὀνομάζονται ἀπό την Πρωτοδευτέρα Οἰκουμενική Σύνοδο, ψευδεπίσκοποι». (Ἰ.Πηδάλιο 15ος Κανών τῆς Α’και Β’Συνόδου)
«Νά γίνεις ζηλωτής αὐτῶν πού ζοῦν ὀρθῶς (με ὀρθοδοξία και ὀρθοπραξία) καί νά χαράττεις τίς πράξεις τους, μέσα στην καρδιά σου. Νά εὔχεσαι νά εἶσαι μεταξύ τῶν λίγων, γιατί τοῦτο εἶναι σπάνιο ἀγαθό· γιά τοῦτο καί λίγοι εἶναι αὐτοί που εἰσέρχονται στην Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν…» (Μ.Βασιλείου, Λόγος ἀσκητικός Α΄ ΕΠΕ. 8 σελ, 123)
[1] «Η εξέλιξη αυτή μαρτυρείται για πρώτη φορά από το Σεπτέμβριο του 312, επί Μεγάλου Κωνσταντίνου. Και τούτο προφανώς διότι έως την εποχή εκείνη, κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο, η ημερομηνία αυτή ταυτιζόμενη με τη φθινοπωρινή ισημερία εθεωρεϊτο ως πρώτη του έτους. Από το έτος 313 μ.Χ. «μετατέθηκε στην 23η Σεπτεμβρίου, γενέθλιο ημέρα του Οκτωβιανού Αυγούστου. Από το έτος 462 μ.Χ. η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στην 1η Σεπτεμβρίου για να συμπίπτει η αρχή του έτους με την αρχή του μηνός (Ίνδικτος)»[7].» https://www.pemptousia.gr/2017/09/ti-ine-i-indiktos-ke-pia-ine-i-schesi-tis-me-tin-ekklisia/