Τα αποδεικτικά στοιχεία υπάρχουν. Τα lockdown (οι εγκλεισμοί) σκοτώνουν ανθρώπους – και όσο περισσότερο επιβάλλεται lockdown, τόσο περισσότερους σκοτώνετε. Τα μηνύματα πουδιέρρευσαν από το WhatsApp δείχνουν ότι μας κυβερνούν μικροπρεπείς, φοβισμένοι άνθρωποι που, όπως αποδείχθηκε, είχαν πιο υψηλά ως αξία “το φαίνεσθαι” από την ουσία.
Η Σουηδία πήρε τη σωστή απόφαση να μην επιβάλλει lockdown από νωρίς στην πανδημία της Covid, αλλά θα έπρεπε να είχε εισαγάγει περισσότερα μέτρα νωρίτερα, ανέφερε μια επιτροπή που διορίστηκε από την κυβέρνηση. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι, από το 2020 έως το 2022, η Σουηδία είχε το χαμηλότερο ποσοστό υπερβάλλουσας θνησιμότητας στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι απέφυγε τα lockdown (πηγή: Jonathan Nackstrand από το παγκόσμιο πρακτορείο ειδήσεων Agence France-Presse, AFP).
Είναι η απόλυτη μικροπρέπειά τους που είναι τόσο εντυπωσιακή. Η κοινοτοπία τους. Η ασημαντότητα και ανουσιότητά τους. Ήλπιζα, διαβάζοντας τα “Lockdown Files” (τα Αρχεία Εγκλεισμών), να βρω κάποια εξήγηση για τις ταλαιπωρίες που μας προκάλεσαν σε όλο το 2020. Ίσως οι αποφάσεις που φαίνονταν ανόητες για τους υπόλοιπους από εμάς να είχαν νόημα για όσους βρίσκονταν στο δωμάτιο ελέγχου, σε θέση να αξιολογήσουν πληροφορίες που δεν μπορούσαμε εμείς να δούμε. Πιθανώς να υπήρχε ένα μεγάλο σχέδιο.
Αλλά καθόλου δεν ισχύει κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα. Αυτό που διακρίνουμε στα μηνύματα του WhatsApp που διέρρευσαν είναι κάποια μικροπρεπή, φοβισμένα ανθρωπάκια στο έλεος των γεγονότων. Έχουν εμμονή με τα tweets και τα δελτία ειδήσεων. Ανησυχούν για το πώς φαίνονται, πώς περνιούνται στον κόσμο (του twitter, των ειδήσεων και του γενικού ρεύματος).
Ξανά και ξανά, οι αποφάσεις λαμβάνονται για το φαίνεσθαι, δηλαδή για λόγους παρουσίασης της επιθυμητής εικόνας προς τα έξω και όχι για ιατρικούς λόγους. Η καραντίνα θα μπορούσε να μειωθεί με ασφάλεια από 14 στις πέντε ημέρες. Αλλά το πρόβλημα, λέει ο (τότε υπουργός υγείας της Βρετανίας) Matt Hancock, είναι ότι αυτό «θα άφηνε να εννοηθεί ότι τα έχουμε κάνει τόσο καιρό λάθος». “Θα άφηνε να εννοηθεί”;
Τα διαγνωστικά τεστ κατ’ οίκον αρχικά απορρίπτονται επειδή το μεγαλύτερο ζήτημα είναι η επίτευξη του στόχου των 100.000 διαγνωστικών εξετάσεων τη μέρα. Τι ακριβώς είναι το τόσο σημαντικό σχετικά με αυτό τον στόχο; Σε σχέση με την ιατρική, τίποτα. Με όρους πολιτικής, όλα, αφού ορισμένοι ξιπασμένοι ραδιοτηλεοπτικοί παρουσιαστές έχουν αποφασίσει ότι αυτό είναι το μέτρο με το οποίο θα μετρηθεί η επιτυχία της κυβέρνησης. Οι μαθητές των σχολείων αναγκάζονται να φορούν μάσκες, όχι επειδή κάνουν το παραμικρό καλό, αλλά επειδή οι Tories (οι Συντηρητικοί, κόμμα της Αγγλίας) δεν θέλουν να φαίνονται πιο αδύναμοι από την πρωθυπουργό της Σκωτίας Nicola Sturgeon, η οποία έχει επιβάλει αυτή τη δυστοπική απαίτηση στη Σκωτία.
Και καθώς είμαστε στο 2020 (όταν συμβαίνουν αυτά), υπάρχει αναπόφευκτα και κάποια ανοησία για το εάν ένα lockdown σε περιοχές με χαμηλότερο πληθυσμό λευκών θα φαινόταν προς τα έξω ρατσιστικό.
Οι άνθρωποι συχνά λένε ότι το “Μάλιστα κ. Υπουργέ” (“Yes, Minister” κωμική σειρά του 1980) είναι ένα ντοκιμαντέρ και όχι μια κωμωδία. Αλλά αυτό που πραγματικά βλέπουμε εδώ είναι ένα φρικαλέο, διετές, αληθινό επεισόδιο (δηλαδή της πραγματικής ζωής) του “The Thick of it” (κωμική τηλεοπτική σειρά που σατιρίζει τις εσωτερικές υποθέσεις της βρετανικής κυβέρνησης). Ο τότε υπουργός υγείας Hancock ανακράζει σε κάποιο σημείο “ΤΟ ΠΡΟΕΒΛΕΨΑ ΑΥΤΟ ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ ΠΡΙΝ”, σε μια ατάκα που κάλλιστα θα μπορούσε να έρχεται απευθείας από το ευρηματικό σενάριο του Armando Iannucci (δημιουργού της σειράς “The Thick of it”). “Αυτό είναι ένας θρίαμβος του Hancock!” [ΣτΜ: οι δύο αυτές ατάκες του Hancock προέρχονται από τα αρχεία μηνυμάτων του WhatsApp που διέρρευσαν και αναφέρονται στον μάλλον γελοίο και ανάρμοστο σε υπουργό υγείας πανηγυρισμό του σε επικοινωνία μηνυμάτων με μια βοηθό του, για την επιτυχή, όπως αποδείχτηκε, πρόβλεψη που είχε κάνει ότι τελικά θα συντμηθεί ο χρόνος έγκρισης των εμβολίων του κορωνοϊού].
Το πρόβλημα όμως δεν είναι με έναν συγκεκριμένο πολιτικό, αλλά με ένα δυσλειτουργικό και προβληματικό σύστημα. Ο Hancock δίνει ξεκάθαρα την εντύπωση ενός λιγάκι βλάκα (καμιά άλλη λέξη δεν του ταιριάζει αρκετά). Όμως φαίνεται επίσης δραστήριος και εργατικός. Έχοντας επιμείνει στα lockdown διότι πίστευε ότι ο εμβολιασμός θα ήταν η διέξοδος, τουλάχιστον έμεινε σταθερός στη λογική του και υποστήριζε την παύση των περιορισμών με την άφιξη των εμβολίων – μία θέση παραδόξως μοναχική τη στιγμή που ρεπόρτερ του BBC, συνδικάτα του δημοσίου τομέα, βουλευτές του Εργατικού Κόμματος και διάφοροι ψευτοάρρωστοι κραύγαζαν ζητώντας τη συνέχισή τους ακόμη και μετά τα εμβόλια.
Αυτό που παρατηρούμε δεν είναι ένας κακός άνθρωπος, αλλά ένας καλοπροαίρετος, ενδεχομένως, άνθρωπος, εγκλωβισμένος σε μια μηχανή που πιθανώς έχει εσκεμμένα προγραμματιστεί να παράγει άσχημα αποτελέσματα. Η Βρετανία οδηγήθηκε στο να εγκαταλείψει το (αρχικό) αναλογικό και ψύχραιμο πλάνο της για την πανδημία, όχι μόνο από τους παρουσιαστές που στρίγγλιζαν στην τηλεόραση, αλλά και από στρεβλά κίνητρα. Με απλά λόγια, οι ιθύνοντες γνώριζαν ότι δεν θα έβρισκαν τον μπελά τους από μια υπέρμετρη προσοχή. Μπορεί να έκαναν σκόνη δισεκατομμύρια, να οδηγούσαν επιχειρήσεις στη χρεωκοπία, να κατέστρεφαν την εκπαίδευση των παιδιών και τίποτα από όλα αυτά δεν θα αποτελούσε θέμα παραίτησης. Αλλά αν τολμούσαν να διαπράξουν το παραμικρό λάθος προς την αντίθετη κατεύθυνση (ΣτΜ: δηλαδή εάν δεν υποτάσσονταν πλήρως στην τρομοκρατία των μέσων και στο σχετικό αφήγημα λαμβάνοντας αδικαιολόγητα και υπερβολικά μέτρα), θα ήταν αυτομάτως τελειωμένοι.
Εύκολο να το πεις εκ των υστέρων; Μπορεί. Αλλά όσοι από εμάς το είπαμε εκείνη την εποχή, καταδικαστήκαμε απερίφραστα ως φονιάδες των γιαγιάδων. Τον Φεβρουάριο του 2020, θυμήθηκα τις γελοίες προβλέψεις που συνόδευαν τη γρίπη των πτηνών και τη γρίπη των χοίρων και προειδοποίησα για τον πανικό: «Οι πολιτικοί, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, είναι κακοί στο να υπολογίζουν και αξιολογούν κάποιον κίνδυνο, και σχεδόν κάθε υπουργός θα προτιμούσε να κατηγορηθεί ότι αντιδρά υπερβολικά μπροστά σε μια απειλή από το να του προσάψουν ότι έχει κάνει πολύ λίγα. Υπάρχει μια παρόμοια προδιάθεση, αν και λιγότερο έντονη, μεταξύ των διαφόρων ιατρικών συμβουλευτικών οργάνων».
Κάθε φορά που επέκρινα το lockdown – και αυτή η στήλη ήταν μία από τις μόνο τρεις ή τέσσερις που έκαναν κάτι τέτοιο το Μάρτιο του 2020 – προετοίμαζα καλά τον εαυτό μου (για κύμα αντιδράσεων) πριν πατήσω «αποστολή». Ήξερα ότι η απαίτηση για επαναλειτουργία της κοινωνίας ήταν εξαιρετικά μη δημοφιλής. Τι θα γινόταν επίσης εάν τελικά αποδεικνυόταν λάθος;
Ωστόσο, τα γεγονότα παρέμεναν πεισματικά σε αντίθεση με τις πολιτικές. Καθώς η ασθένεια εξαπλωνόταν από την Κίνα, ο Chris Whitty [ΣτΜ: βρετανός επιδημιολόγος, επικεφαλής ιατρικός σύμβουλος της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου από το 2019] επεσήμαινε ότι δεν ήταν αρκετά επικίνδυνη για να αξίζει μια επιτάχυνση της διαδικασίας έγκρισης του εμβολίου (κανείς, σε αυτό το στάδιο, δεν σκεφτόταν ένα lockdown στο Ηνωμένο Βασίλειο).
«Για μια ασθένεια με χαμηλή (υποθετικά μιλώντας περίπου 1 τοις εκατό) θνησιμότητα, ένα εμβόλιο πρέπει να είναι πολύ ασφαλές και επομένως οι μελέτες ασφάλειας δεν μπορούν να συντομευτούν», έγραψε στις 29 Φεβρουαρίου του 2020. Αγαπητέ αναγνώστη, το ποσοστό θνησιμότητας για τη νόσο Covid σε αυτή τη χώρα δεν ανέβηκε ποτέ μέχρι το 1 τοις εκατό.
Γιατί, λοιπόν, μας έπιασε πανικός; Τι συνέβη με το αρχικό σχέδιο πανδημίας, το οποίο ήταν να επιτραπεί στις λοιμώξεις να διεισδύσουν σταδιακά στον πληθυσμό, ώστε τα νοσοκομεία να μην κατακλυστούν σε καμία στιγμή;
Την απάντηση μπορεί να δει κανείς στα πεταχτά σε ένα μήνυμα στις 8 Μαρτίου από τον James Slack, τον ήρεμο και μετρημένο εκπρόσωπο του τότε πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον: «Νομίζω ότι οδεύουμε προς μια γενική πίεση σχετικά με το γιατί τα μέτρα μας είναι σχετικά ελαφριά σε σύγκριση με άλλες χώρες».
Πολύ «αναθεματισμένα» ακριβές και σωστό (ΣτΜ: σημειώνει με μια δόση αγανάκτησης ο συγγραφέας). Και η πίεση – βλακώδεις ατάκες από τον τηλεπαρουσιαστή Piers Morgan, ψευδείς φήμες περί κατάρρευσης νοσοκομείων, πινακίδες «Go Home Covidiots» («Πηγαίντε σπίτι ανόητοι του Covid») – αυξήθηκε μέχρι που, δύο εβδομάδες αργότερα, ένας πρωθυπουργός με γνωστή απέχθεια μέχρι το μεδούλι στο να κάνει μπέιμπι σίτινγκ ένιωσε αναγκασμένος να καταδικάσει τον γενικό πληθυσμό σε κατ’ οίκον περιορισμό.
Θα μπορούσε να αντισταθεί σε αυτή την πίεση; Άλλες χώρες είχαν ήδη κλείσει, το 92 τοις εκατό του εκλογικού σώματος ήθελε να περιοριστεί με σχετικά μέτρα και οι επιστημονικοί σύμβουλοι, οσμιζόμενοι τον αέρα (και βλέποντας προς τα πού φυσάει ο άνεμος και θέλοντας προφανώς να πάνε προς τα κει), είχαν αλλάξει στάση και επιχειρηματολογούσαν υπέρ πιο σκληρών μέτρων.
Όμως μια χώρα άντεξε. Η Σουηδία, που δεν είχε το δικό της σχέδιο για την πανδημία, είχε υιοθετήσει αυτό της Βρετανίας – και, σε αντίθεση με τη Βρετανία, δεν λύγισε υπό το πίεση των αντιδράσεων. Η Σουηδία είναι το άκρο αντίθετό μας, ωσάν ένας εργαστηριακός ποιοτικός έλεγχος που δείχνει τι θα είχε συμβεί εδώ αν είχαμε κρατήσει την ψυχραιμία μας. Και τα στοιχεία που παρουσιάζει φαίνονται καταδικαστικά (για τη Βρετανία). Μια μελέτη διαπίστωσε ότι, από το 2020 έως το 2022, η Σουηδία είχε το χαμηλότερο ποσοστό υπερβάλλουσας θνησιμότητας στην Ευρώπη.
Αυτό το εύρημα αφήνει εντελώς έκθετο το επιχείρημα για εγκλεισμούς (lockdown). Στις πρώτες ημέρες της πανδημίας, όταν η κυβέρνηση επικρινόταν για αυτό που φαινόταν ως υψηλό ποσοστό θνησιμότητας (κυρίως επειδή είχε στείλει ασθενείς του Εθνικού Συστήματος Υγείας της Βρετανίας σε οίκους φροντίδας και ευγηρίας), υπουργοί και ιατρικοί σύμβουλοι μας προέτρεψαν να περιμένουμε μέχρι να συγκεντρώνονταν όλα τα στοιχεία.
Είχαν ένα δίκιο. Η Covid ήταν μια νέα νόσος και οι χώρες είχαν άκρως διαφορετικές προσεγγίσεις για την εκτίμησή της. Υπήρχε μια διαμάχη σχετικά με το εάν άνθρωποι είχαν πεθάνει «από Covid» ή «με Covid». Μερικά έθνη δεν είχαν ούτε καν την ικανότητα να εξετάσουν και συμπεράνουν περί αυτού.
Αλλά ένα πράγμα που κανείς δεν μπορεί να παραποιήσει είναι ο συνολικός αριθμός θανάτων. Γνωρίζουμε πόσοι άνθρωποι πεθαίνουν ετησίως σε κάθε χώρα και μπορούμε να προβλέψουμε, με βάση το μέγεθος του πληθυσμού και την ηλικία, ποιο θα πρέπει να είναι το νούμερο αυτό για κάθε δεδομένο έτος. H υπερβάλλουσα θνησιμότητα είναι ένα μέγεθος που εκφράζεται τυπικά με το ποσοστό πάνω από αυτή την αναμενόμενη βασική τιμή. Μπορεί να υπολογιστεί με την ίδια μεθοδολογία σε όλο τον κόσμο. Είναι, εν ολίγοις, αυτό το στατιστικό από το οποίο δεν μπορούμε να ξεφύγουμε.
Κρινόμενη με βάση αυτή τη μέθοδο μέτρησης, η Βρετανία δεν τα πήγε και άσχημα. Το συνολικό ποσοστό υπερβάλλουσας θνησιμότητάς μας ήταν χειρότερο (πίσω) από τη Σκανδιναβία, συμβάδιζε με αυτά της Γερμανίας και της Ολλανδίας, και ήταν καλύτερο (μπροστά) από το μεγαλύτερο μέρος της νότιας και ανατολικής Ευρώπης. Αλλά η πραγματικά έκτοπη τιμή (η πιο ακραία και ατυπική περίπτωση) ήταν αυτή της Σουηδίας, η οποία είχε τη χαμηλότερη υπερβάλλουσα θνησιμότητα στην Ευρώπη και μία από τις χαμηλότερες στον κόσμο, καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020 και του 2021.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υπέθεσα ότι η Σουηδία θα εμφανιζόταν με ελαφρώς υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας, αλλά με μια πολύ ισχυρότερη οικονομία. Δεδομένου ότι η φτώχεια συσχετίζεται με χαμηλότερη μακροζωία, περίμενα ότι, με την πάροδο του χρόνου, η Σουηδία θα έβλεπε λιγότερους θανάτους από άλλες αιτίες, άρα θα κατέληγε πιο υγιής αλλά και πιο πλούσια. Αλλά υποτίμησα τον θανατηφόρο αντίκτυπο των ίδιων των εγκλεισμών (lockdown). Η Σουηδία δεν τα πήγε απλώς καλύτερα με την πάροδο του χρόνου. Στην πραγματικότητα σκότωσε λιγότερους ανθρώπους κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Πώς απάντησαν οι ηγέτες της Βρετανίας στα αποδεικτικά στοιχεία ότι θα έπρεπε να είχαν επιμείνει στο αρχικό σχέδιο (Plan Α); Το πήραν ως προσωπική προσβολή. Ο Hancock αναφέρθηκε στα μηνύματά του στο… «αναθεματισμένο επιχείρημα της Σουηδίας» (ΣτΜ: χρησιμοποίησε μια χειρότερη υβριστική έκφραση) και ζήτησε από τους αξιωματούχους του να «τον ‘εφοδιάσουν’ με τρεις ή τέσσερις κουκκίδες [σημεία] από το γιατί η Σουηδία κάνει λάθος».
Αλλά η Σουηδία δεν είχε άδικο, και κανένα σύνολο απεγνωσμένων αντικρούσεων σχετικά με τη Νορβηγία που επίσης είχε χαμηλό ποσοστό θνησιμότητας δεν μπορεί να αποκρύψει κάτι τέτοιο. Η φρικτή αλήθεια είναι ότι τα lockdown σκότωσαν ανθρώπους. Η Σουηδία είχε πολλά κρούσματα κορωνοϊού αλλά σχετικά λίγους πλεονάζοντες θανάτους. Η Αυστραλία είχε λίγα κρούσματα κορωνοϊού, αλλά αυστηρό lockdown. Κατέληξε με υψηλότερη υπερβάλλουσα θνησιμότητα από τη Σουηδία.
Είναι έτοιμοι οι άνθρωποι να το πιστέψουν; Είμαστε έτοιμοι να παραδεχτούμε ότι οι καταστροφές που εξακολουθούμε να βιώνουμε – οι αδιάγνωστες ασθένειες, οι αδικαιολόγητες απουσίες (εργαζομένων) από τη δουλειά και (σπουδαστών) από τα εκπαιδευτήρια, τα χρέη, η χαμένη εκπαίδευση, οι αυξήσεις τιμών, τα προβλήματα ψυχικής υγείας – προκλήθηκαν από μας τους ίδιους;
Φαίνεται πως όχι. Θα μπούμε στην επόμενη κρίση με τα ίδια στρεβλά κίνητρα. Και όλα αυτά επειδή είμαστε τόσοι πολλοί εμείς που ως άλλοι Hancocks (τύποι σαν τον πρώην υπουργό υγείας), δεν θέλουμε να “αφήσουμε να εννοηθεί ότι τα κάναμε θάλασσα”.