Μετά την αστραπιαία, για τα δεδομένα της Ελληνικής Δικαιοσύνης, απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (ΟλΑΠ 1/2023), αναφορικά με τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, (akaservicers), επανήλθε γοργά η «τραπεζική κανονικότητα» στο ζήτημα των πλειστηριασμών.
Με μια προοικονομημένη απόφαση αμφισβητούμενης νομικής ορθότητας, εταιρείες-κελύφη με μετοχικά κεφάλαια από 100 ευρώ έως 1.000.000 ευρώ κρίθηκαν ότι αποτελούν τους προστατευτέους εκείνους θεσμικούς επενδυτές, τους οποίους έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και άξιζαν τη νομιμοποίηση της ελληνικής δικαιοσύνης, η οποία, με λίγα λόγια έκρινε ότι οι πιστωτές μπορούν να εφαρμόζουν κατά το δοκούν, όποιο νόμο τους βολεύει, επειδή ακριβώς, στόχος του νομοθέτη ήταν να τους βολέψει.
Ως επί το πλείστον, αυτές οι εταιρείες, από κοινού με τις τράπεζες επιχειρούν να εδραιώσουν ένα νέο, αλλά στρεβλό, μοντέλο «ανάπτυξης» ή, για να είμαι ακριβής, ένα μοντέλο ανάπτυξης στηριζόμενο επάνω σε ένα στρεβλό χρηματοπιστωτικό σύστημα. 4.360 πλειστηριασμοί είναι ήδη προγραμματισμένοι να διεξαχθούν από 1 Απριλίου 2023 έως 31 Οκτωβρίου 2023 − οι 756 εξ αυτών είναι προγραμματισμένοι να γίνουν εντός του τρέχοντος μήνα.
Και γιατί είναι στρεβλό; Αφενός, διότι το ότι γίνονται πλειστηριασμοί δεν αποτελεί καν «ανάπτυξη». Την ίδια στιγμή, που μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και ελληνικές εταιρείες, που κατάφεραν να επιβιώσουν στα χρόνια των μνημονίων, δεν έχουν πρόσβαση σε ουσιαστική τραπεζική ή όποια άλλη χρηματοδότηση και αφήνονται να λιώνουν στις πιέσεις μεταξύ απαιτήσεων και έλλειψης ρευστότητας και τα φυσικά πρόσωπα έχουν απομείνει με ελάχιστες οικονομικές δυνάμεις από την εξακολουθητική πληθωριστική λαίλαπα, στις πλείστες των περιπτώσεων, από το εξωτερικό (συνήθως) εμφανίζονται ενδιαφερόμενοι να αποκτήσουν ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα, κυρίως με πρόθεση την οικονομική αξιοποίηση αυτής της ακίνητης περιουσίας στον τομέα του τουρισμού και δανειοδοτούνται από τις Ελληνικές τράπεζες, ώστε να πλειοδοτήσουν στους πλειστηριασμούς και να προβούν στη σχετική «επένδυση», η οποία εκ προοιμίου έχει εκτιμητικά υποτιμηθεί εκ μέρους των επισπευδόντων, ώστε να φαίνεται ελκυστική. Υπ’ αυτή την έννοια, όμως, οι πολυδιαφημισμένες «επενδύσεις» δεν είναι τίποτα περισσότερο από βίαιη εσωτερική υποτίμηση και αναδιανομή πλούτου, η οποία γίνεται με ίδια κεφάλαια της Ελληνικής οικονομίας, χωρίς πραγματική εισροή ξένων κεφαλαίων και επομένως, χωρίς να αποτελεί ανάπτυξη αλλά στην καλύτερη περίπτωση, μια όλως πρόσκαιρη οικονομική μεγέθυνση, την οποία χρηματοδοτεί σχεδόν εξ ολοκλήρου η οικονομία μας.
Αφετέρου, διότι οι servicers, οι οποίοι δεν έχουν καταφέρει, ούτε κατ’ ελάχιστο, να λειτουργήσουν στο πλαίσιο της στοιχειώδους καλής πίστης, ή ακόμα και της κοινής λογικής, κρίθηκε ότι θα πρέπει να μπορούν να επισπεύδουν πλειστηριασμούς. Όχι μόνο με βάση την προσωπική μου εμπειρία, αλλά και όπως κατήγγειλαν δημοσίως περισσότεροι από 200 δικηγόροι, οι servicers συνηθίζουν να αποστέλλουν εξώδικα ή και διαταγές πληρωμής σε συνεπείς δανειολήπτες, αρνούνται να συνομιλήσουν με δικηγόρους που έχουν λάβει εντολή από δανειολήπτες, κωλυσιεργούν επί σειρά μηνών στην αλληλογραφία με δανειολήπτες ή τους δικηγόρους τους, ενώ παράλληλα συνεχίζουν τις τηλεφωνικές οχλήσεις, υπολογίζουν αυθαίρετα και παράνομα τα επιτόκια επί των ποσών που έχουν οριστεί με δικαστικές αποφάσεις είτε Ειρηνοδικείων, είτε Μονομελών Πρωτοδικείων, χωρίς να αιτιολογούν τον τρόπο με τον οποίο προβαίνουν στους καταχρηστικούς υπολογισμούς, και άλλα πολλά. Υπ’ αυτή την έννοια, οι πλειστηριασμοί δεν είναι τίποτα άλλο, παρά η απόδειξη της «καταπληκτικής ποιότητας ζωής» στην οικονομική ζούγκλα που λέγεται Ελλάδα.
Και μπορεί, μέχρι σήμερα, ούτε η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων να μην έχει απαντήσει στη δημόσια διαμαρτυρία των 205 δικηγόρων από όλη την Ελλάδα, που εστάλη στις 23 Μαρτίου, ούτε κάποιο από τα συναρμόδια υπουργεία, πλην όμως, οι υπουργοί Οικονομικών και Δικαιοσύνης θα κληθούν σύντομα να το κάνουν, καθώς οι βουλεύτριες του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σία Αναγνωστοπούλου και Έφη Αχτσιόγλου κατέθεσαν τη σχετική επιστολή ως αναφορά στη Βουλή.
Αν σε όλα αυτά προστεθεί το μοναδικό, πλην όμως, εξόχως προβληματικό εργαλείο, αυτό του διαβόητου -πια- εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, του οποίου τα αποτελέσματα είναι απείρως χειρότερα, ακόμα και συγκρινόμενα με τον ρυθμό δικαστικής ρύθμισης δανείων, από την Ελληνική Δικαιοσύνη με το Νόμο Κατσέλη, όπως και ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας, με τον οποίο ο πολίτης έχει ως μόνη δυνατότητα, τον οικονομικό μηδενισμό του και την απώλεια όλης της περιουσίας του (συμπεριλαμβανομένης της κύριας κατοικίας του), τότε γίνεται σαφές, ότι το μοντέλο ανάπτυξης στοχεύει να δημιουργήσει μια κοινωνία ακραίων ανισοτήτων, ώστε μέσα από την οικονομική αφαίμαξη των ασθενέστερων να γεννά ευκαιρίες σχεδόν μηδενικού ρίσκου για τους ισχυρότερους.
Απέναντι σε όλα αυτά, η εκκωφαντική σιωπή του οικονομικού επιτελείου δείχνει ότι δεν υπάρχει καμία πρόθεση βελτιωτικών παρεμβάσεων, ενώ, πάμε σε εκλογές πριν καν προλάβει ο πολίτης να αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος. Έχει, όμως, νομίζω ήδη φανεί ξεκάθαρα, παραφράζοντας τον Φρεντερίκ Μπαστιά, ότι το πλιάτσικο έγινε τρόπος ζωής για οργανωμένες ομάδες συμφερόντων και αυτές με τον καιρό έφτιαξαν ένα νομικό σύστημα που τις δικαιώνει. Το ζήτημα είναι να μην επιβεβαιωθεί το δεύτερο σκέλος της ρήσης του Μπαστιά, δηλαδή να μην επιτρέψουμε να δημιουργηθεί και ένα ηθικό σύστημα που θα τις αξιώνει.