Μια σημαντική αλλαγή στην πτωχευτική νομοθεσία ζητούν οι τράπεζες από το υπουργείο Οικονομικών και αναμένεται να υπάρξει σχετική συμφωνία στη σημερινή τους συνάντηση, όπου κύριο θέμα θα είναι η γνωστή πρόταση των τραπεζών για διευκόλυνση 30.000 ευάλωτων δανειοληπτών, με επιδότηση από τις ίδιες τις τράπεζες της μισής επιβάρυνσης που θα έχουν για δώδεκα μήνες από την αύξηση των επιτοκίων.
Το υπουργείο Οικονομικών «καίγεται» για μια αύξηση των εγκρίσεων στις ρυθμίσεις οφειλών μέσω του Εξωδικαστικού Μηχανισμού από τους χρηματοδοτικούς φορείς (τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης δανείων), που ουσιαστικά κρατούν σε ομηρία τις νέες διαδικασίες που έχουν καθιερωθεί με τον πτωχευτικό νόμο, καθώς καθυστερούν να εγκρίνουν ή απορρίπτουν πολύ μεγάλο αριθμό αιτήσεων, με αποτέλεσμα να παραμένει πολύ χαμηλότερα από τις προσδοκίες ο αριθμός των οφειλετών που καταφέρνουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους σε χρηματοδοτικούς φορείς και Δημόσιο.
Ο Χρήστος Σταϊκούρας έχει ζητήσει επιτακτικά από τις τράπεζες να αυξήσουν τα ποσοστά των εγκρίσεων στις αιτήσεις μέσω Εξωδικαστικού. Εχει περιλάβει το θέμα στην ατζέντα του διαλόγου με τις τράπεζες, που άρχισε τις τελευταίες εβδομάδες, μαζί με τη διευκόλυνση των ευάλωτων οφειλετών με δάνεια κύριας κατοικίας και την αναπροσαρμογή της τιμολογιακής πολιτικής των τραπεζών στις καταθέσεις και τις προμήθειες.
Οι τράπεζες θέτουν, από την πλευρά τους, επιτακτικά ένα αίτημα μερικού… ξηλώματος της αυτόματης διαδικασίας που προβλέπει ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός: Ο δανειολήπτης υποβάλει αίτηση ρύθμισης όλων των οφειλών του και, ανάλογα με τις οικονομικές του δυνατότητες, του προτείνεται με αυτοματοποιημένο τρόπο μια ρύθμιση, η οποία παράγεται με χρήση ειδικού αλγόριθμου, με στόχο να διασφαλίζεται κάθε φορά ότι η εξυπηρέτηση της ρυθμισμένης οφειλής θα είναι βιώσιμη για τον οφειλέτη.
“Κοκκινίζουν” και εξυπηρετούμενα δάνεια
Σε αυτή την αυτοματοποιημένη πρόταση ρύθμισης, ο νόμος δεν προβλέπει κάποια δυνατότητα εκ των υστέρων διαφοροποίησης, παρά μόνο δίνει στους πιστωτές τη δυνατότητα να την εγκρίνουν ή να την απορρίψουν. Οι τράπεζες επισημαίνουν ότι αυτή η διαδικασία δημιουργεί τουλάχιστον ένα σοβαρό πρόβλημα, που εμποδίζει τις εγκρίσεις πολλών ρυθμίσεων από την πλευρά τους: Εφόσον οι πιστωτές πουν το «ναι», καθίσταται υποχρεωτική η ρύθμιση όλων των δανείων, ακόμη και όσων ήδη έχουν ρυθμισθεί από τον δανειολήπτη και εξυπηρετούνται κανονικά.
Αυτό, λένε οι τράπεζες, σημαίνει ότι ένα ήδη ρυθμισμένο δάνειο πρέπει να διευθετηθεί εκ νέου, με αποτέλεσμα να διακόπτεται η λογιστική πορεία του προς τα εξυπηρετούμενα δάνεια και να μετατρέπεται πάλι σε «κόκκινο» δάνειο στα βιβλία της τράπεζας, η οποία θα πρέπει να εγγράψει και τις σχετικές πρόσθετες προβλέψεις πιστωτικού κινδύνου. Πρόκειται, όπως υποστηρίζει η πλευρά των τραπεζών, για ένα πρόβλημα που εμποδίζει σε πολλές περιπτώσεις τις εγκρίσεις ρυθμίσεων.
Οι τράπεζες προτείνουν να αλλάξει ο νόμος, ώστε να τους δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία: να μπορούν, δηλαδή, να προτείνουν μια νέα ρύθμιση στον οφειλέτη, από την οποία θα εξαιρούνται όσα δάνεια τυχόν έχουν ήδη ρυθμισθεί. Δεν είναι σαφές, όμως, ποια επίδραση θα έχει αυτό στην τελική επιβάρυνση του οφειλέτη. Δηλαδή, αν η νέα ρύθμιση θα είναι προσαρμοσμένη έτσι, ώστε να διατηρείται το ποσό που θα πληρώνει κάθε μήνα σε αυτό που είχε υπολογισθεί αρχικά με τον αλγόριθμο, ή αν η εξαίρεση ρυθμισμένων δανείων θα αυξάνει το ποσό της δόσης.
Επιπλέον, δεν είναι σαφές αν αυτή η συζήτηση για δεύτερη ευκαιρία στις τράπεζες μπορεί να οδηγήσει γενικότερα σε δυσμενέστερες προτάσεις από την πλευρά των πιστωτών, σε σχέση με την αρχική του αλγόριθμου, ή αν η αντιπρόταση των τραπεζών θα αφορά μόνο την εξαίρεση ήδη ρυθμισμένων δανείων.
Οι στόχοι του ΥΠΟΙΚ και οι απορρίψεις αιτήσεων 600 εκατ. ευρώ
Πάντως, ο υπουργός Οικονομικών «καίγεται» να προχωρήσει η απεμπλοκή των ρυθμίσεων του Εξωδικαστικού Μηχανισμού από τις αρνήσεις των χρηματοδοτικών φορέων, καθώς έχουν τεθεί από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ιδιαίτερα φιλόδοξοι στόχοι για τους επόμενους μήνες. Σύμφωνα με την τελευταία σχετική έκθεση προόδου (Δεκέμβριος 2022), η Γραμματεία θέτει δύο σενάρια για τους επόμενους πέντε μήνες:
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, αναμένονται ρυθμίσεις χρεών ύψους 1,7 δισ. ευρώ, οι οποίες θα προέχονται από:
• €356 εκ. αιτήσεις σε τελικό στάδιο αξιολόγησης
• €956 εκ. αιτήσεις σε στάδιο αξιολόγησης από τους Χ.Φ ή/και το Δημόσιο
• €355 εκ. αιτήσεις σε αρχικό στάδιο.
Σύμφωνα με το αισιόδοξο σενάριο, οι ρυθμίσεις μπορεί να φθάσουν στα 2 δισ. ευρώ και θα προέχονται από:
• €356 εκ. αιτήσεις σε τελικό στάδιο αξιολόγησης
• €1,1 δισ αιτήσεις σε στάδιο αξιολόγησης από τους Χ.Φ ή/και το Δημόσιο
• €532 εκ. αιτήσεις σε αρχικό στάδιο.
Τα στοιχεία δείχνουν, πάντως, ότι οι χρηματοδοτικοί φορείς δείχνουν έντονη απροθυμία να εγκρίνουν ρυθμίσεις, σε αντίθεση με το Δημόσιο που εγκρίνει περισσότερες από εννέα στις δέκα αιτήσεις. Από τις αιτήσεις για οφειλές 1,1 δισ. ευρώ που έχουν αξιολογηθεί από το Δημόσιο έχει εγκριθεί το 91% (€1,0 δισ). Όμως, από τα 1,4 δισ. ευρώ χρεών που έχουν αξιολογηθεί από τους χρηματοδοτικούς φορείς έχει εγκριθεί μόνο το 63% (853εκ. ευρώ). Για το 25% των χρεών για τα οποία έχει ζητηθεί ρύθμιση, οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης δανείων έχουν απορρίψει αιτήσεις ύψους 600 εκατ. ευρώ, δηλαδή μία στις τέσσερις αιτήσεις (25%).