Ἀναγινώσκομεν εἰς τοὺς «Σημερινοὺς Καιροὺς» Αἰγίου:
«Τὸ νεωστὶ ἀνακαλυφθὲν θέατρον ἐπὶ τοῦ ὑψώματος τῶν Ἁγ. Ἀσωμάτων παρὰ τῷ χωρίῳ Μαμουσιᾷ(*), καὶ περὶ τοῦ ὁποίου λόγον ἐποιησάμεθα ἐν προτέρῳ ἡμῶν φύλλῳ, κεῖται ἐντὸς τῆς ἀκροπόλεως τῆς παλαιᾶς Βούρας, μιᾶς ἐκ τῶν δώδεκα πόλεων τῆς Ἀχαϊκῆς ὁμοσπονδίας. Ἡ πόλις Βούρα καταστραφεῖσα ἐντελῶς ὑπὸ σεισμοῦ κατὰ τὸν 4ον αἰῶνα π.Χ, ἀνιδρύθη μετά τινα χρόνον ὕστερον καὶ εἰς τὴν δευτέραν ταύτην ἐποχὴν ἀνήκει τὸ θέατρον τοῦτο, καὶ αἱ βάσεις τῶν ἑλληνικῶν ἐκεῖ σωζωμένων Ναῶν, ὡς καὶ ἄλλων τινῶν ἐρειπίων, κειμένων ἐπί τε τοῦ ὀροπεδίου καὶ τῶν πλαγίων τοῦ ὄρους μερῶν. Τὰ παρὰ τὸ χωρίον Δερβένι Κυκλώπεια τείχη ἀκολουθοῦντα τὴν γραμμὴν ἄνωθεν τῆς νῦν ὁδοῦ τῆς ἀγούσης ἐξ Αἰγίου εἰς Καλάβρυτα, φαίνεται ὅτι ἀνήκουσι εἰς τὴν πρώτην ἐποχήν. Ἡ ὑψηλοτέρα ζώνη τῆς Ἀκροπόλεως εἶναι ἡ μᾶλλον διατηρουμένη. Πρὸς τὸ μέρος τὸ καλούμενον ὁ Ἁγ. Κωνσταντῖνος ἀνευρέθησαν πλεῖστοι Ἑλληνικοὶ τάφοι περιέχοντες περίεργα τῆς ἀρχαιολογίας ἀντικείμενα, ἐν οἷς περικεφαλαῖαι, λόγχαι, ξίφη, ἀγαλμάτια χάλκινα, πλεῖστα νομίσματα, ὡς καὶ πήλινα ἀγγεῖα κλπ.
Τακτικαὶ ἀνασκαφαὶ ἐπὶ τῶν ἐρειπίων τῆς πόλεως Βούρα δύνανται νὰ φέρωσιν εἰς φῶς σπουδαίας πληροφορίας τῆς Ἀχαϊκῆς ἱστορίας τὰς ἀναγομένας εἰς τοὺς Μακεδονικοὺς καὶ Ῥωμαϊκοὺς χρόνους. Δι’ ἐλαχίστης δὲ δαπάνης δύναται νὰ ἐκκαθαρισθῇ τὸ ἀμφιθέατρον, ὅπερ κεῖται ἐν θαυμασίᾳ τοποθεσίᾳ, παριστώσῃ ἓν τῶν ὡραιοτέρων πανοραμάτων τῶν πέριξ τοῦ Αἰγίου. Ἐπανορθοῦντες σήμερον τὰ περὶ τῆς τοποθεσίας τῆς πόλεως Κυρηνείας (sic) γραφέντα, λέγομεν, ὅτι αὕτη κεῖται εἰς τὸ ἀντίπερα μέρος τῆς Βούρας, μεταξὺ τῶν ποταμῶν Σεληνοῦντος καὶ Κερυνίτου εἰς τὰς ὄχθας τοῦ ὄρους τοῦ νῦν καλουμένου Κεράνες, ἴσως κατὰ παραφθορὰν τῆς λέξεως Κερύνεια· ὑπεράνω δὲ τοῦ μέρους τούτου παρατηροῦνται καὶ ἐρείπια τῆς πόλεως».
ΠΗΓΗ: εφημ. «Παλιγγενεσία», αρ. φύλ. 5132, 18.8.1881.
(*) Η Μαμουσιά κείται στα ερείπια της αρχαίας Βούρας (40 στάδια – 7 χλμ. – από την θάλασσα), η οποία ήταν μία πόλις της Αχαϊκής Συμπολιτείας.
Ονοματίσθηκε της από την Βούρα[1], θυγατέρα της Ελίκης και του Ίωνος(**), την οποία ηράσθη ο Ηρακλής. Γι’ αυτό και κοντά της υπήρχε πυραμιδοειδές σπηλαιο[2]-μαντείο, όπου λατρευόταν ο Βουραϊκός Ηρακλής με άγαλμα του. Σε αυτό οι προσκυνητές έριπταν 4 αστραγάλους (έκαμαν αστραγαλομαντεία) / ζάρια και διάβαζαν τους χρησμούς σε «Πίνακες της Γνώσης». Το αγαλματίδιο του Ηρακλέους ήταν τοποθετημένο εμπρός από ένα τραπέζι. Ο ιερεύς-μάντης, αφού έκαμε την προσευχή του, έπαιρνε τέσσερα ζάρια και τα πέταγε στο τραπέζι. Το νόημα των κτυπημάτων ήταν γραμμένο σε έναν πίνακα, όπου αυτός που ζητούσε απάντηση μπορούσε να διαβάσει μόνος του την απάντηση του θεού…
Η πόλις είχε μια κρήνη που ονομαζόταν «Σύβαρις», από την οποία επήρε το όνομά του ο ποταμός και η τραγική πόλη στην Μεγάλη Ελλάδα / Κάτω Ιταλία, που ήταν αποικία της!
Κατά την αναβίωση της Αχαϊκής Συμμαχίας (280 π.Χ.), η Βούρα κυβερνήθηκε από έναν τύραννο, τον οποίο οι κάτοικοι ανέτρεψαν και νικημένος πήγε στην γειτονική πόλη της Κερύνειας[3], και παραδόθηκε οικειοθελώς (275 π.Χ.). Εν συνεχεία η πόλις προσχώρησε στην Αχαϊκή Συμπολιτεία.
Η Βούρα ήταν η γενέτειρα του γνωστού αρχαίου ζωγράφου Πυθέα.
Κι όμως, είναι λείψανα των αρχαίων κυκλώπειων τειχών της Βούρας Αχαΐας… |
Κατεστράφη (μάλλον) από τον μεγάλο σεισμό της Ελίκης (373 π.Χ.). Η Βούρα είχε βυθιστεί σε ένα χάσμα… Και αυτό γιατί κάποτε μια πρεσβεία από την Ιωνία[4](**) Μικράς Ασίας εζήτησε μια ανάγλυφο εικόνα / άγαλμα του Ποσειδώνος από την Ελίκη. Αλλά, ένας χρησμός απαγόρευσε στους Ίωνες(**) να θυσιάσουν στον βωμό του Ποσειδώνα, κάτι που ούτως ή άλλως έκαναν. Τότε η Ελίκη, μαζί με την σύμμαχο γείτονά της, Βούρα, συνέλαβαν την πρεσβεία και την λεηλάτησαν. Ο θυμός του Ποσειδώνος ήταν τέτοιος, που κατέστρεψε τις δύο πόλεις…
Τα ερείπιά της έχουν ανακαλυφθεί σχεδόν στο μέσον του δρόμου μεταξύ των ποταμών Βοκουσία / Κερυνίτη και Βουραϊκού / κοντά στην Τρυπία[5]. Τα ερείπια της Βούρας / Βίρας, όπως αυτά της Ελίκης, εξακολουθούσαν να φαίνονται στον βυθό της θάλασσας[6].
Αλλά οι κάτοικοι επέστρεψαν και την ξαναέκτισαν, προφανώς σε άλλη θέση στην κορυφογραμμή της ενδοχώρας![7] Ο Παυσανίας αναφέρει ναούς της, αφιερωμένους:
– στην θεά της γεωργίας και της συγκομιδής, Δήμητρα,
– την Αφροδίτη και τον Διόνυσο (κοινός δισυπόστατος ναός).
– την θεά των γεννήσεων και των γάμων, Ειλείθυϊα και
– την αγγελιοφόρο των θεών και το ουράνιου τόξου, Ίριδα!
-την Ίσιδα[8] – δείχνοντας εμπορικές σχέσεις και με την Αίγυπτο,
με αγάλματα από πεντελικό μάρμαρο, έργα του Αθηναίου γλύπτη Ευκλείδη!
Μια ακρόπολή της με ερείπια σώζεται επάνω από το χωριό Ριζόμυλος.
Υπάρχει αρχαιολογικός χώρος, με ευρήματα από αρχαίους ναούς (πιθανότατα αφιερωμένους στους θεούς Ποσειδώνα, Άρτεμι – η οποία ήταν και η προστάτις της περιοχής – Διόνυσο και Δήμητρα), βασιλικό τάφο, και αρχαίο θέατρο – από το 1881 χωρίς ανασκαφή! Εκατοντάδες αρχαιολογικά ευρήματα της Βούρας φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιγίου Αχαΐας.
Η Βούρα αναφέρεται ως σύγχρονος οικισμός στον 7ο αιώνα μ.Χ. Μεσαιωνικά ερείπια στις κορυφογραμμές δείχνουν ότι δεν είχε ποτέ εγκαταλειφθεί εντελώς. Υπήρχε και επισκοπή Βούρας-Κερνίτσης. Όλη η περιοχή ονομάζονταν Κερνίτσα. Το 1380 ο επίσκοπος Κερνίτσης Ματθαίος έγινε μητροπολίτης, αλλά μόνο για 10 μήνες. Τελευταίος επίσκοπος Κερνίτσης και Καλαβρύτων ήταν ο Προκόπιος[9], που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέγερση του 1821 κατά της οθωμανοκρατίας και υπέγραψε έκκληση προς τους Ευρωπαίους προξένους. – ΔΙΑΒΑΣΤΕ το ΕΔΩ.
Η επίσημη ιστοσελίδα του υπουργείου Πολιτισμού, ΔΕΝ αναφέρει τίποτε για όλα τα παραπάνω…
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις» (απόσπ.). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 18.8.2021.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
– Αισχύλος, Διόδ. (xv.48), Ηρόδοτος (i.145), Παυσανίας[10], Πολ. (ii.41), Στράβων (386, 387, και 59).
– Anderson J. K., καθηγητής αρχαιολογίας (Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϋ Καλιφόρνια).
– Leake «Morea» (vol.iii.p.399), «Peloponnesiaca», p. 387.
– Meyer E., 1937.
– Mogens H. H. και Nielsen Th. H. «Achaia, An inventory of archaic and classical poleis», εκδ. Oxford University Press, ΝΥ, 2004.
– “Recherches géographiques sur les ruines de la Morée” (1836).
– Vietti M., 1830.
– γαλλικοί χάρτες από τους χαρτογράφους Coronelli και Sanson[11], Choiseul-Gouffier (1782), Barbié du Bocage[12] (1791, Παρίσι), κ.ά.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Από το όνομα της Βούρας, επήρε και το όνομά του ο γειτονικός ποταμός Βουραϊκός / Vouraikos / Buraicus. Το εθνικό κάνει Βουραίος > Μπόυρας.
[2] Το σπήλαιο εικονίζεται επίσης σε ένα αρχαίο νόμισμα της πόλης.
Το σπήλαιο υπάρχει ακόμη και σήμερα κοντά στο χωριό Ζαχλωρίτικα, κοντά στην αρχαία Βούρα και στις όχθες του Βουραϊκού ποταμού. Αλλά μη εύκολα προσβάσιμο, δίχως χώρο να αφήσει κανείς το αυτοκίνητό του και να μεταβεί σε αυτό με ασφάλεια…
[3] Αποικία της η ομώνυμη πόλη της Κύπρου.
[4] Ζητώντας βοήθεια από την σύζυγο του ονοματοδότη των Ιώνων(**) και της Ιωνίας(**), Ίωνα(**).
[5] Trupia. Γνωστή στην περιοχή η Παναγιά Τρυπητή. Και το επώνυμο Τρουπής.
[6] Βλ. Οβίδιος («Μετ.» xv.293), Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (ii.94.).
[7] Δείτε τα εκκλησάκια Αγ. Νικολάου Γούρνας και Αγ. Αθανασίου και Προφήτη Ηλία στο Κάστρο.
Στο χωριό Κάστρο (αποτελούμενο από επτά σπίτια), ο Ερνστ Μάγιερ βρήκε το 1937 αρχαίους λίθους, μια κολώνα πυλης και μια αρχαία μαρμάρινη βάση για νιπτήρες.
[8] Η αιγυπτιακή σύμπτυξη / παράφραση των θεαινών Δήμητρας – Ήρα – Σελήνης – Αφροδίτης, σε ένα…
[9] Σε ένα έγγραφο ο Προκόπιος αποκαλείται «Επίσκοπος Βούρας»..
[10] «ἐκ Κερυνείας δὲ ἐπανελθόντι ἐς τὴν λεωφόρον καὶ ὁδεύσαντι οὐκ ἐπὶ πολὺ δεύτερα ἔστιν ἐς Βοῦραν ἀποτραπέσθαι: θαλάσσης δὲ ἐν δεξιᾷ [καὶ] ἡ Βοῦρα ἐν ὄρει κεῖται. τεθῆναι δέ φασι τῇ πόλει τὸ ὄνομα ἀπὸ γυναικὸς Βούρας, θυγατέρα δ’ αὐτὴν Ἴωνος τοῦ Ξούθου καὶ Ἑλίκης εἶναι. ὅτε δὲ Ἑλίκην ἐποίησεν ἄδηλον ἐξ ἀνθρώπων ὁ θεός, τότε καὶ τὴν Βοῦραν σεισμὸς ἐπέλαβεν ἰσχυρός, ὡς μηδὲ τὰ ἀγάλματα ἐν τοῖς ἱεροῖς ὑπολειφθῆναι τὰ ἀρχαῖα. [9] ὁπόσοι δὲ τηνικαῦτα ἀποδημοῦντες ἢ στρατείας ἕνεκα ἔτυχον ἢ κατὰ πρόφασιν ἀλλοίαν, μόνοι τε οὗτοι Βουρέων ἐλείφθησαν καὶ αὐτοὶ τῆς Βούρας ἐγένοντο οἰκισταί. ναὸς ἐνταῦθα Δήμητρος, ὁ δὲ Ἀφροδίτης Διονύσου τέ ἐστι, καὶ ἄλλος Εἰλειθυίας: λίθου τοῦ Πεντελησίου τὰ ἀγάλματα, Ἀθηναίου δὲ ἔργα Εὐκλείδου: καὶ τῇ Δήμητρί ἐστιν ἐσθής. πεποίηται δὲ καὶ Ἴσιδι ἱερόν. [10] καταβάντων δὲ ἐκ Βούρας ὡς ἐπὶ θάλασσαν ποταμός τε Βουραϊκὸς ὀνομαζόμενος καὶ Ἡρακλῆς οὐ μέγας ἐστὶν ἐν σπηλαίῳ: ἐπίκλησις μὲν καὶ τούτου Βουραϊκός, μαντείας δὲ ἐπὶ πίνακί τε καὶ ἀστραγάλοις ἔστι <λαβεῖν>. εὔχεται μὲν γὰρ πρὸ τοῦ ἀγάλματος ὁ τῷ θεῷ χρώμενος, ἐπὶ δὲ τῇ εὐχῇ λαβὼν ἀστραγάλους – οἱ δὲ ἄφθονοι παρὰ τῷ Ἡρακλεῖ κεῖνται – τέσσαρας ἀφίησιν ἐπὶ τῆς τραπέζης: ἐπὶ δὲ παντὶ ἀστραγάλου σχήματι γεγραμμένα ἐν πίνακι ἐπίτηδες ἐξήγησιν ἔχει τοῦ σχήματος». (7.25.8).
[11] Όπου η Κερνίτσα αναφέρεται παραφρασμένα Πικερνίτσα / P(K)ernitsa.
[12] Όπου η Κερνίτσα αναφέρεται παραφρασμένα Περνίτσα / Περνίτζα / Pernitza.