Μέχρι την τελευταία στιγμή, το Υπουργείο Υγείας αναζητούσε εναγωνίως έστω έναν σύμμαχο στο σχέδιο διάλυσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας και εκχώρησής του στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή απέβη άκαρπη, αποδεικνύοντας για ακόμα μια φορά πως μιλάμε για μια κυβέρνηση πλήρως αποκομμένη από την κοινωνική πλειοψηφία και τις ανάγκες του λαού και των εργαζομένων.
Η «οικτρή μειοψηφία» του Θάνου Πλεύρη και οι «οπισθοδρομικοί γιατροί» της Μίνας Γκάγκα στην πραγματικότητα είναι η συντριπτική πλειονότητα των γιατρών (του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα) αλλά και των υγειονομικών που ζητούσαν να μην ψηφιστεί το νομοσχέδιο-έκτρωμα, όπως οι ίδιοι το χαρακτηρίζουν.
Ο εντατικολόγος και πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων στο Νοσοκομείο «Αττικόν» Μιχάλης Ρίζος έκανε λόγο για νομοσχέδιο ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ που γυρίζει τη δημόσια υγεία στις εποχές του 1960. Μιλώντας στη «δημοκρατία» είπε χαρακτηριστικά πως «η κυβέρνηση έχει πάρει οριστικό διαζύγιο με την κοινωνική πολιτική», προσθέτοντας πως πλέον το μόνο της ενδιαφέρον είναι «τα deals με ιδιώτες, συμφέροντα και εργολάβους». «Τα συμφέροντα που λυμαίνονται το ΕΣΥ με το παρόν νομοσχέδιο απελευθερώνονται», κατέληξε.
«Γυρίσαμε 40 χρόνια πίσω» είπε στη «δημοκρατία» ο Κώστας Λιβαδάς, γιατρός, β’ αντιπρόεδρος της ΟΕΝΓΕ, εξηγώντας πως «με το νομοσχέδιο αυτό θα μειωθεί η πρωινή τακτική και δωρεάν λειτουργία των νοσοκομείων, και θα μετακυλιστεί ο φόρτος εργασίας στα απογευματινά χειρουργεία, που θα πρέπει να πληρώνει ο πολίτης από την τσέπη».
«Επισήμως και ανερυθρίαστα η Υγεία μετατρέπεται σε εμπόρευμα και ο ασθενής σε πελάτη»
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο εντατικολόγος Βασίλης Τσάπας, ο οποίος τόνισε στη «δημοκρατία»: «Το νομοσχέδιο που κατέθεσε το κυβερνών κόμμα είναι ένα ηχηρό χαστούκι για μας τους υγειονομικούς, που έως πριν από λίγο καιρό μάς χειροκροτούσαν ως ήρωες. Ουσιαστικά, μάς προτείνουν ως λύση για βελτίωση των αποδοχών μας δεύτερη δουλειά, όταν ήδη, λόγω της τραγικής υποστελέχωσης, δεν προλαβαίνουμε να κάνουμε σωστά την πρώτη μας δουλειά. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι επισήμως και ανερυθρίαστα η Υγεία μετατρέπεται σε εμπόρευμα και ο ασθενής σε πελάτη. Οι έχοντες θα βρίσκουν λύση στο πρόβλημά τους άμεσα, ενώ οι μη έχοντες ή θα ξεπουλιούνται ή θα περιμένουν μήνες και χρόνια στις λίστες αναμονής της ντροπής».
Την αντίθεσή της εξέφρασε για ακόμα μια φορά και η «γαλάζια» πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ Ματίνα Παγώνη, η οποία μιλώντας στο «Κόκκινο 105,5» τόνισε πως «το νομοσχέδιο αυτό αποδυναμώνει το Εθνικό Σύστημα Υγείας». Αντίθετος όμως με το νομοσχέδιο ήταν και ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, ο οποίος είχε ζητήσει την απόσυρση του νομοσχεδίου. Συγκεκριμένα, ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής είχε ζητήσει την απόσυρση του άρθρου 10 από το νομοσχέδιο του υπουργείου για τη Δευτεροβάθμια Περίθαλψη, που προβλέπει ότι οι γιατροί του ΕΣΥ μπορούν να εργάζονται και στον ιδιωτικό τομέα.
Γκάγκα και Πλεύρης κατάφεραν αυτό που έμοιαζε ακατόρθωτο
Πανηγυρικό είναι το κλίμα στο Μέγαρο Μαξίμου. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικό, καθώς τα νεοφιλελεύθερα «γεράκια» του Υπουργείου Υγείας κατάφεραν αυτό που έμοιαζε ακατόρθωτο: να ιδιωτικοποιήσουν τη δημόσια υγεία. Το αποτύπωμα που θα αφήσουν πίσω τους οι Θάνος Πλεύρης και Μίνα Γκάγκα στη δημόσια υγεία θα μείνει στην Ιστορία. Ή, για να είμαστε ακριβείς, οι πολίτες θα πληρώνουν αυτό το «αποτύπωμα» πάρα πολύ ακριβά, και μάλιστα από την ίδια τους την τσέπη…
Το νομοσχέδιο που αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα στη Βουλή είναι ο τελευταίος κρίκος σε μια αλυσίδα νομοσχεδίων που βάζουν ταφόπλακα στον δημόσιο χαρακτήρα της Υγείας. Και αυτό δεν συνιστά λεκτική υπέρβαση, αλλά ακριβή αποτύπωση της κατάστασης. Από σήμερα, η δημόσια υγεία μετατρέπεται σε ένα ακριβό προνόμιο λίγων, ο γιατρός γίνεται έμπορος και ο ασθενής καταναλωτής που θα χρειάζεται να πληρώνει αδρά.
Κοινώς, η βαρβαρότητα του σύγχρονου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, που θέλει τον πλούσιο κυρίαρχο και τον φτωχό έρμαιο της ανέχειάς του, θα μεταφερθεί και στον πλέον πυρηνικό τομέα της ανθρώπινης ύπαρξης, αυτόν της υγείας. Η κυβέρνηση αυτό το γνωρίζει, όπως το γνωρίζουν και οι γιατροί, οι οποίοι ανεξαρτήτως ιδεολογίας και πολιτικής τοποθέτησης τάσσονται κατά του συγκεκριμένου νομοσχεδίου.
Οσο και αν οι μεταγραφές του ακραίου Κέντρου (βλέπε Μίνα Γκάγκα) και της ακραίας Δεξιάς (βλέπε Θάνος Πλεύρης) προσπαθούν να μας πείσουν για το αντίθετο, οι γιατροί του ΕΣΥ δεν αποφάσισαν να γίνουν σε μια νύχτα… κομμουνιστές, δεν εμφορούνται από συντεχνιακά αιτήματα και δεν συμμετέχουν σε κανένα κρυφό κέντρο αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Απλά δεν έχουν πάρει διαζύγιο από τη λαϊκότητα, ζουν ανάμεσα στο κόσμο της ανέχειας και γνωρίζουν πως, μετά την ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, τα δημόσια νοσοκομεία θα περάσουν σε βαθιά παρακμή.
Οι αλλαγές που συντελούνται στον χώρο της Υγείας είναι τεκτονικές και κυρίως επηρεάζουν τον απλό πολίτη, τον ασθενή, αυτόν που χρειάζεται νοσηλεία και δεν έχει να πληρώσει μια περιουσία. Η στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης εδώ και τρία χρόνια είχε τρία επίπεδα:
- Να φτάσει τους υπάρχοντες γιατρούς στα όρια της φυσικής εξουθένωσης, με απίστευτες ώρες υπερεργασίας
- Να «παγώσει» τις μόνιμες προσλήψεις σε γιατρούς και νοσηλευτές, με αποτέλεσμα την περαιτέρω εξουθένωση.
- Να κρατήσει χαμηλά τους μισθούς των γιατρών, ώστε να μην είναι ελκυστικό το Εθνικό Σύστημα Υγείας για τους υπάρχοντες και τους νέους γιατρούς
Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής ήταν μεγάλη μερίδα κόσμου, ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας, να στραφεί προς τον ιδιωτικό τομέα, αφού οι λίστες χειρουργείων στα δημόσια νοσοκομεία είχαν «εκτοξευτεί», ενώ οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας είχαν υποβαθμιστεί λόγω της πίεσης.