Λίγα 24ωρα πριν από την εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου οι Νίκος Δένδιας και Μεβλούτ Τσαβούσογλου συμφώνησαν κατά τη συνάντηση τους στο περιθώριο της Διεθνούς Διάσκεψης Δωρητών για την Τουρκία για αλληλοϋποστήριξη. Η Τουρκία θα ψηφίσει την Ελλάδα για να εκλεγεί ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με διετή θητεία, ενώ η χώρα θα στηρίξει την τουρκική υποψηφιότητα για τη θέση του γραμματέα του ΙΜΟ (Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός υπό τον ΟΗΕ).
Ο ΙΜΟ-για όσους δεν γνωρίζουν- επιβλέπει τη σωστή και ασφαλή επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ των χωρών-μελών του στον τομέα της ναυσιπλοΐας. Καλύπτει τους τομείς της ασφάλειας στα πλοία και της προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος από τη ρύπανση που προκαλεί ο ανθρώπινος παράγοντας, κατά τη διάρκεια των ναυτιλιακών δραστηριοτήτων του. Αντιλαμβάνεται, λοιπόν, και ο πλέον αδαής τη τοποθέτηση Τούρκου Γενικού Γραμματέα στη θέση αυτή.
Η ανακοίνωση της συμφωνίας από τους δύο υπουργούς Εξωτερικών χαιρετίστηκε ως πολύ σημαντική, ενώ ουκ ολίγοι μίλησαν ότι αποδίδει η διπλωματία των σεισμών, καθώς η προσέγγιση έγινε-όπως ισχυρίζονται κύκλοι του υπουργείου Εξωτερικών- μετά την άμεση βοήθεια που προσέφερε η Ελλάδα στην Τουρκία μετά τον καταστροφικό σεισμό που έπληξε τους γείτονες μας και άφησε πίσω του συντρίμμια και τουλάχιστον 40.000 νεκρούς. Όμως τώρα που κάθεται η σκόνη διαφαίνεται ότι από την συγκεκριμένη συμφωνία μάλλον η Τουρκία βγαίνει κερδισμένη.
Η Ελλάδα στον διπλωματικό τομέα έχει κινητοποιηθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό για να εκλεγεί μη Μόνιμο Μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας με διετή θητεία. Όμως ένα μη Μόνιμο Μέλος αντικειμενικά δεν παίζει σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις, καθώς τα Μόνιμα Μέλη είναι κολοσσοί. Όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία. Ακόμη και την Ινδία που την στηρίζουν 80 κράτη παγκοσμίως για να γίνει μέλος του κλειστού κλαμπ δεν έχει γίνει κατορθωτό.
Τα δέκα μη μόνιμα μέλη-που θα απέλθουν- είναι η Αλβανία, η Βραζιλία, το Γκαμπόν, η Γκάνα, η Ινδία, η Ιρλανδία, η Κένυα, το Μεξικό, η Νορβηγία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Και βέβαια εύλογα τίθεται το ερώτημα ποιος ακούει την Κένυα για να σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία; Κάτι ανάλογο θα αντιμετωπίσει και η Ελλάδα, η οποία εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα εκλεγεί. Ότι θα μετέχει των συνεδριάσεων, θα λέει τη γνώμη της, αλλά στο τέλος τις αποφάσεις τις λαμβάνουν τα Μόνιμα Μέλη, τα οποία έχουν και δικαίωμα βέτο και φυσικά ουκ ολίγες φορές έχουμε να δει να μπλοκάρονται αποφάσεις που δεν τους συμφέρουν.
Τουναντίον η θέση του γραμματέα του ΙΜΟ είναι σαφώς πιο σημαντική και η απόφαση της χώρας μας να στηρίξει τον υποψήφιο της Τουρκίας μπορεί να της προκαλέσει τεράστια ζητήματα στο μέλλον. Κατ. Αρχάς ο Σουάτ Χαϊρί Ακά (ο εκπρόσωπος της Τουρκίας) θα δώσει μάχη με την Φιλανδή Μίνα Κιβιμάκι, η οποία κατέρχεται στην εκλογική διαδικασία έχοντα τη στήριξη της πλειοψηφίας των χωρών-κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άριστοι γνώστες του αντικειμένου χαρακτηρίζουν τον Γενικό Γραμματέα του ΙΜΟ ως τον «Γκουτέρες» της Ναυτιλίας. Μπορεί ο Γενικός Γραμματέας του ΙΜΟ να μην έχει εκτελεστική εξουσία, διαθέτει όμως πολιτική επιρροή, όπως και ο Γκουτέρες, όμως θεωρείται ακόμη ο θεματοφύλακας αυτού του τομέα καθώς μεριμνά για την εφαρμογή του ναυτιλιακού Δικαίου.
Κι εδώ δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά για τη συγκεκριμένη απόφαση της χώρας μας σε ό,τι αφορά την υποστήριξη του Τούρκου εκπροσώπου στον ΙΜΟ. Πρώτον για ποιο λόγο η Ελλάδα πήγε κόντρα σε μία υποψήφια που φέρει τον μανδύα της Ε.Ε.; Δεύτερον πως αποφάσισε να στηρίξει την Τουρκία, όταν οι γείτονες μας δεν επιτρέπουν τον ελλιμενισμό Κυπριακών πλοίων; Και τρίτον και πιο σημαντικό είναι το πώς αποδέχθηκε να στηρίξει την τουρκική υποψηφιότητα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Ναυσιπλοΐας, όταν η Τουρκία δεν αναγνωρίζει και δεν έχει υπογράψει το Δίκαιο της Θάλασσας;
Η αντίδραση Ανδρουλάκη
Για το τελευταίο αναφέρθηκε εκτενώς προ ολίγων 24ωρων ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, μετά τη συνάντηση του με τον δήμαρχο Αμμοχώστου, Σίμο Ιωάννου. Ο Νίκος Ανδρουλάκης μετά την εννεαετή θητεία του στην Ευρωβουλή (παραιτήθηκε και στην θέση του ορκίζεται σε λίγες εβδομάδες ο Νίκος Παπανδρέου) εκτιμά ότι ήταν λανθασμένη η στήριξη της Ελλάδας στην Τουρκία. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του: «Το άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων παραβιάζει κατάφωρα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που ζητούν την επιστροφή της περιοχής στους κατοίκους της. Δυστυχώς, παρά τις υποσχέσεις για κυρώσεις, αυτές τελικά ποτέ δεν επιβλήθηκαν. Δεν θα πρέπει να αποδεχτούμε τετελεσμένα, τα οποία αποτελούν εμπόδιο για μια βιώσιμη λύση και στρώνουν το δρόμο για την διχοτόμηση της Κύπρου. Είναι θετικό ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει μια εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία, όμως αυτή δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων. Ακόμα και σε συμβολικό επίπεδο, η υποστήριξη από τη χώρα μας για τη θέση του γγ του Παγκόσμιου Οργανισμού Ναυτιλίας, του υποψηφίου της Τουρκίας, της χώρας που δεν έχει υπογράψει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, και δεν επιτρέπει στα κυπριακά πλοία να προσεγγίσουν τα λιμάνια της, στέλνει ένα λάθος μήνυμα».
Η τελευταία πρόταση της δήλωσης του προέδρου του ΠΑΣΟΚ αναδεικνύει προβλήματα που μπορεί αν αντιμετωπίσουμε στο μέλλον. Η χώρα μας στην αντιμαχία της με την Τουρκία τη μοναδική διαφορά που επιθυμεί να διευθετήσει είναι μόνο η χάραξη των θαλάσσιων ζωνών. Όμως από τη στιγμή που η Τουρκία δεν αναγνωρίζει το Δίκαιο της Θάλασσας θεωρεί πως τα νησιά δεν έχουν ΑΟΖ. Εμείς σε όλες τις επαφές μας στην διεθνή διπλωματία αναδεικνύουμε την «παρανομία» της Τουρκίας για τη μη αναγνώριση του Δικαίου της Θάλασσας και η πρόταση μας για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο στην Χάγη για επίλυση των διαφορών στηρίζεται σε αυτή τη ρητορική. Τώρα με το να στηρίξουμε την τουρκική υποψηφιότητα αποδυναμώνουμε το δικό μας επιχείρημα και επί της ουσίας νομιμοποιεί την Τουρκία να μην αποδέχεται τον ελλιμενισμό Κυπριακών πλοίων.
«Μπροστινός» ο Αλιβιζάτος για «Συμφωνία των Πρεσπών» και στο Αιγαίο;
Κι εδώ τα ερωτηματικά αυξάνονται, διότι προ ολίγων ημερών ο Νίκος Αλιβιζάτος, ένας εκ των σημαντικών συνταγματολόγων της χώρας, ο οποίος ίσως βρίσκεται στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ, σε άρθρο του στην «Καθημερινή» ανοίγει ένα θέμα, το οποίο δεν είναι λίγοι αυτοί που το συνδέουν με την αλληλοϋποστήριξη Ελλάδας-Τουρκίας.
Στο άρθρο ο κ. Αλιβιζάτος έγραψε τη γνώμη του σχετικά με το πώς εξελίσσεται η προεκλογική περίοδο, προσπαθώντας να εξηγήσει τι θα συμβεί εάν δεν καταφέρουν τα κόμματα να συνεννοηθούν και να σχηματίσουν μία βιώσιμη κυβέρνηση. Όμως εκεί ανέφερε: «Αν οι ανωτέρω σκέψεις ευσταθούν, δεν μπορεί κανείς παρά να θέσει το ακόλουθο ερώτημα: Το μεσοδιάστημα που θα μεσολαβήσει έως την πιθανή επάνοδο στην πεπατημένη των μονοκομματικών κυβερνήσεων, μήπως προσφέρεται για να ληφθούν από την κυβέρνηση συνασπισμού που θα σχηματιστεί μετά τις 2 Ιουλίου κάποιες αποφάσεις που κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα δεν μπορεί, υπό τις σημερινές τουλάχιστον συνθήκες, να πάρει από μόνο του; Πέρα από τις μείζονες εσωτερικές εκκρεμότητες, όπως η εκ βάθρων αναδιοργάνωση των μυστικών υπηρεσιών, η ενίσχυση των ανεξάρτητων αρχών και η πολυαναμενόμενη δικαστική μεταρρύθμιση, μήπως είναι ιδανική περίοδος για έναν φιλόδοξο επανακαθορισμό των ελληνοτουρκικών σχέσεων, για μια «Συμφωνία του Αιγαίου», στον δρόμο που χάραξαν Ελευθέριος Βενιζέλος και Κεμάλ Ατατούρκ το 1930; Αναγκαία, προφανώς, προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η νέα κυβέρνηση να μην είναι απλώς συμμαχική, αλλά όσο το δυνατόν «οικουμενικότερη». Θα τολμήσουν άραγε τα τρία τουλάχιστον μεγάλα κόμματα να κάνουν το αποφασιστικό βήμα;»
Δηλαδή τι λέει ο κ. Αλιβιζάτος; Ότι να ρίξουμε νερό στο κρασί μας-εάν υπάρχει ευρεία πολιτική συμφωνία- και εν τέλει να φύγουμε από την εθνική γραμμή πως η μοναδική διαφορά μας με την Τουρκία είναι η ανακήρυξη των θαλασσών ζωνών με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας. Διότι την ίδια ώρα η Τουρκία θέτει διάφορα ζητήματα στο τραπέζι, όπως και την συνεκμετάλλευση του Αιγαίου.
Δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε ότι ο καθηγητής Αλιβιζάτος βλέπει –και προκρίνει!– μια λύση συγκυβέρνησης η οποία θα διευκόλυνε Ελλάδα και Τουρκία για μία «Συμφωνία στο Αιγαίο», δηλαδή να δώσουμε στην Τουρκία κάτι πιο πάνω από αυτό που αναφέρουν οι διεθνείς συνθήκες, δηλαδή κάτι δικό μας, όπως έγινε με τη Συμφωνία των Πρεσπών, που παραχωρήσαμε τη μακεδονική γλώσσα και μακεδονική ιθαγένεια.
Στην περίπτωση αυτή θα μιλάμε για τις «Πρέσπες του Αιγαίου». Ούτε «μπροστινός» να ήταν ο κύριος καθηγητής…
Το ραντεβού του Βερολίνου
Απλά τα ερωτηματικά εντείνονται καθώς σε συνέντευξη που παραχώρησε ο Ιμπραήμ Καλίν (το απόλυτα δεξί χέρι του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν) είπε επί λέξει ότι «αυτή την εποχή οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν εξομαλυνθεί. Δεν έγινε όμως λόγω των σεισμών, είχε ξεκινήσει νωρίτερα». Προφανώς ο κ. Καλίν εννοούσε για την επιβεβαιωμένη συνάντηση που είχε στο Βερολίνο τον Δεκέμβριο του 2022 με την διευθύντρια του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Άννα-Μαρία Μπούρα, παρουσία του διπλωματικού συμβούλου του Γερμανού καγκελάριου, Γενς Πλέτνερ. Για να θυμηθούμε την εν λόγω συνάντηση πριν από τα Χριστούγεννα την μάθαμε από τα τουρκικά ΜΜΕ και από σχετική δήλωση του Τσαβούσογλου. Μία συνάντηση που ήταν προϊόν διαιτησίας της Καγκελαρίας και παραδέχθηκε και ο εκπρόσωπος του Όλαφ Σόλτς, ο Στέφεν Χεμπεστράιτ, ο οποίος αρνήθηκε να μιλήσει για το περιεχόμενο των συνομιλιών, διότι καλύπτονται από εμπιστευτικότητα. «Μπορώ να επιβεβαιώσω ότι έγινε μια τέτοια συνάντηση, αλλά το περιεχόμενο αντίστοιχων συνομιλιών είναι απόρρητο κι αυτό είναι λογικό. Ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο Τούρκος πρόεδρος εκφράστηκαν πολύ θετικά απέναντι στο γερμανικό ερώτημα, κατά πόσο μια τέτοια συνάντηση θα ήταν χρήσιμη. Η συνάντηση λοιπόν πραγματοποιήθηκε και αναμένεται να ακολουθήσουν κι άλλες αντίστοιχες επαφές» είχε δηλώσει τότε ο Στέφεν Χεμπεστράιτ. Μάλιστα ο εκπρόσωπος της Καγκελαρίας είχε αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο ότι η Γερμανία θα κάνει και νέες προσπάθειες για προσέγγιση των δύο χωρών: «Θα ακολουθήσουν κι άλλες επαφές, αλλά όλα τα υπόλοιπα παραμένουν εμπιστευτικά».
Απλά να υπενθυμίσουμε ότι την εποχή που ήταν σε εξέλιξη αυτές οι μυστικές επαφές στο Βερολίνο ο Τούρκος Πρόεδρος έβγαζε χάρτες όπου εξηγούσε πως ο πύραυλος Ταϊφουν δεν θα φτάσει μόνο ως την Αθήνα, αλλά μπορεί να χτυπήσει μέχρι την Πρέβεζα και τα αλβανικά σύνορα και ότι έχει δώσει εντολή η εμβέλεια του πυραύλου να φτάσει έως τα παράλια της Ιταλίας. Άραγε πως η Ελλάδα δεχόταν να μετάσχει σε αυτές τις διαδικασίες κάτω από την ρητορική «θα έρθουμε ένα βράδυ ξαφνικά» υπονοώντας στρατιωτική επέμβαση σε νησί του Αιγαίου. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Τουρκία με επίσημο έγγραφο που απέστειλε στον ΟΗΕ αμφισβητούσε την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου πλησίον των τουρκικών παραλίων. Άραγε έχουν ενημερωθεί τα κόμμα της αντιπολίτευσης; Κι αν ναι για ποιον λόγο δεν έχουν λάβει θέση;
Οπότε δικαίως κάποιοι αναρωτιούνται ποια είναι η χρησιμότητα της παρέμβασης Αλιβιζάτου για «φιλόδοξο επανακαθορισμό των ελληνοτουρκικών σχέσεων, για μια Συμφωνία του Αιγαίου»;
Πρόβλημα με την Κύπρο
Όμως με την ελληνική στήριξη της Τουρκίας στον ΙΜΟ έχει δημιουργήσει αναστάτωση και στην Κύπρο, ειδικά μετά την απόφαση της Κυριακής Προεδρίας να θέσει υποψηφιότητα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Ναυσιπλοΐας.
Η δικαιολογία εκ μέρους του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών ήταν ότι «η Αθήνα προχώρησε στην κίνηση στήριξης της Τουρκίας για τη θέση ΓΓ ΙΜΟ λαμβάνοντας υπόψη ότι η τουρκική και η κυπριακή υποψηφιότητα ήταν για διαφορετικές θέσεις και θέλοντας παράλληλα να εξασφαλίσει στήριξη από την Άγκυρα για την ελληνική υποψηφιότητα για θέση μη μόνιμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών». Όμως κι εδώ δημιουργούνται ερωτηματικά, καθώς από την Λευκωσία βγαίνει ότι οι Βρυξέλλες ήταν που στήριζαν την Κύπρο για τη θέση του Γενικού Γραμματέα IMO.
Την τελευταία εβδομάδα του Φεβρουαρίου, αξιωματούχος των Βρυξελλών επικοινώνησε με τον τέως υφυπουργό Ναυτιλίας της Κύπρου, Βασίλη Δημητριάδη, για να τον ενημερώσει ότι κύκλοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκρίνουν την υποψηφιότητά του ως αυτή που θα στηριχθεί από τα ευρωπαϊκά κράτη, κόντρα στις υποψηφιότητες από άλλες ηπείρους. Αυτό αποκάλυψε ο κυπριακός τηλεοπτικός σταθμός «Σίγμα». «Ήταν ιδέα των Βρυξελλών, η οποία, εάν προχωρούσε, θα έβρισκε σίγουρα σθεναρή στήριξη από ευρωπαϊκά κράτη και η Κύπρος θα διεκδικούσε με μεγάλες αξιώσεις τη θέση ως η μοναδική από τον ευρωπαϊκό χώρο», αναφέρεται στο ρεπορτάζ.
Η πρωτοβουλία των Βρυξελλών ήταν άτυπη, εξηγεί το Σίγμα, διότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει την εξουσία να υποβάλλει οποιαδήποτε υποψηφιότητα αφού κάτι τέτοιο είναι αρμοδιότητα των χωρών. Θα αναλάμβανε, όμως, στο παρασκήνιο την προεκλογική προβολή και θα συσπείρωνε τον ευρωπαϊκό χώρο γύρω από την υποψηφιότητα της Κύπρου. Αφότου έκαναν την επαφή τους με τον κύπριο εκλεκτό τους, οι Βρυξέλλες θα έπρεπε να επικοινωνήσουν και με τη Λευκωσία, που έχει και τον τελικό λόγο για να υποβάλει την υποψηφιότητα.
Το πρόσωπο από τις Βρυξέλλες επικοινώνησε με τη Λευκωσία και βολιδοσκόπησε τις δικές της προθέσεις. Και η ανταπόκριση ήταν ότι η υποψηφιότητα Δημητριάδη τύγχανε αξιολόγησης, με θετική πρώτη προσέγγιση, κάτι που ήταν και απολύτως φυσιολογικό δεδομένου πως θα διεκδικούσε η Κύπρος ένα τόσο σημαντικό πόστο. Το «Σίγμα» θέτει στο παζλ του παρασκηνίου και τη διευκρίνιση που έδωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Βουλή, πριν μερικά 24ωρα, ότι η Λευκωσία ήταν ενήμερη για το τι θα ανακοίνωναν Ελλάδα και Τουρκία.
Δεν στηρίζει η Κύπρος
Δια του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Χριστοδουλίδη, έγινε γνωστό ότι η Κύπρος δεν θα στηρίξει την υποψηφιότητα της Τουρκίας διότι «πολύ απλά δεν επιτρέπει στα πλοία που φέρουν την κυπριακή σημαία να προσεγγίζουν τους λιμένες της».
Επίσης, η υφυπουργός Ναυτιλίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, Μαρίνα Χατζημανώλη, ανέφερε ότι «είναι διπλό το εμπάργκο που επιβάλλει η Τουρκία στην Κύπρο, καθώς πέραν της απαγόρευσης ελλιμενισμού στα τουρκικά λιμάνια, τα πλοία υπό κυπριακή σημαία παρεμποδίζονται από τη μεταφορά σιτηρών ή άλλων προϊόντων από την Ουκρανία.» Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι «η απαγόρευση δεν αφορά μόνο στα πλοία υπό κυπριακή σημαία, αλλά επεκτείνεται και όσα τυγχάνουν διαχείρισης από την Κύπρο.»